Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2025

Ο Τσε Γκεβάρα και η Συντηρητική Επανάσταση

 




Στις 14 Ιουνίου γιορτάσαμε την 90η επέτειο από τη γέννηση του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα. Το Διαδίκτυο αντέδρασε με έναν εκπληκτικά περίεργο τρόπο: η πλειοψηφία δημοσίευσε κάτι στη μνήμη του, ενώ οι εχθροί του περιορίστηκαν σε δύο κατηγορίες: φιλελεύθεροι και «νεοναζί», τους οποίους, ως συνήθως, τους πιάνει υστερία με την απλή αναφορά του comandante.

Ωστόσο, ας εμβαθύνουμε σε αυτό το ζήτημα: πού τοποθετείται ο Τσε Γκεβάρα στον άξονα αριστερά και δεξιά; Δεν είναι σημαντική αυτή  η πτυχή της σύνθεσής του, στην προοπτική της Συντηρητικής Επανάστασης; Τα τελευταία χρόνια έχουν δημοσιευτεί πολλές αναφορές σχετικά με το ότι ο Ισπανός Caudillo Franco και ο ηγέτης της Αργεντινής Peron είχαν σχέσεις με τον Che και τον Fidel. Από μια τυπική ιδεολογική άποψη, αυτό θα έπρεπε να ήταν αδιανόητο, αλλά στην πράξη δεν ήταν. Ποιο είναι το κλειδί; Ποιος είναι ο οικονομικός χαρακτήρας της Συντηρητικής Επανάστασης, στον οποία συνέβαλε και ο Τσε Γκεβάρα;

Η απάντηση μπορεί να βρεθεί στον Immanuel Wallerstein: πρόκειται για την αντίσταση στην εμπορευματοποίηση των εδαφών και της προλεταριοποίησης της εργασίας, αυτές τις δύο πραγματικότητες του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. Κάθε πολιτική δύναμη που υπονομεύει αυτές τις δύο πραγματικότητες ανοίγει την πόρτα στην απελευθέρωση. Και αυτό συνέβη κατά την εποχή του Arbenz στη Γουατεμάλα, κατά τη διάρκεια του καθεστώτος του οποίου ο Che Guevara ξεκίνησε την πολιτική του πορεία, όταν ο Arbenz εθνικοποίησε την Αμερικανική Πολυεθνική Εταιρεία Φρούτων.

Είναι τα υπαρκτά κινήματα της αριστεράς ικανά να καταπολεμήσουν την εμπορευματοποίηση των εδαφών και τον προλεταριοποίηση της εργασίας; Όχι. Οι ίδιοι είναι πλέον διαζευγμένοι από τη γη, οι ίδιοι είναι παγκοσμιοποιητές, καλωσορίζουν μόνο την ελεύθερη κυκλοφορία ορδών μεταναστών από τη μια χώρα στην άλλη, ενώ εν τω μεταξύ, στο εσωτερικό του παραδείγματος της Συντηρητικής Επανάστασης, θα πρέπει να γίνουν προσπάθειες να ενωθούν οι αγρότες και το εργατικό δυναμικό της χώρας. Υπό αυτήν την έννοια, αυτό που έκανε ο Τσε Γκεβάρα και αυτό που έκανε ο Sub-comadante Μάρκος αργότερα, είναι μια βαθιά συντηρητική πράξη.

Η πραγματική επανάσταση, η φιλελεύθερη επανάσταση για την προώθηση της προλεταριοποίησης της εργασίας και της εμπορευματοποίησης των εδαφών, πραγματοποιείται στη σύγχρονη εποχή από το ΔΝΤ. Κατά συνέπεια, όλες οι εξεγέρσεις εναντίον του, είτε από τα κάτω προς τα πάνω είτε, όπως στη Μαλαισία υπό τον Mahathir Mohammad, από πάνω προς τα κάτω, είναι ουσιαστικά αντεπαναστατικές ή, πιο συγκεκριμένα, «η αντίσταση στην επανάσταση», σύμφωνα με τον De Maistre. Και αυτό είναι άλλο ένα μάθημα από τον Τσε Γκεβάρα, τον εκ γενετής αριστοκράτη και Ιρλανδό-Ισπανό ευγενή (κάτι για το οποίο ήταν πάντα περήφανος και κάτι που η αριστερά είναι ανίκανη να καταλάβει), υπερασπιστής του λαού του από έφεση.

Αυτό το μάθημα είναι σημαντικό, αλλά δεν είναι το τελευταίο. Το τελευταίο είναι πιθανώς τα λόγια του ότι η ζωή ενός προσώπου και η ζωή ενός λαού είναι πολυτιμότερη από οποιοδήποτε χρηματικό ποσό. Αυτός είναι ο λόγος που οι χρηματοπιστωτές του κόσμου τον μισούν τόσο πολύ. Αυτή η αξία δεν τηρείται από την πλειοψηφία των ηγεμόνων του σύγχρονου κόσμου, οι οποίοι για χάρη του πλεονάσματος του προϋπολογισμού, είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν ακόμη και τη ζωή των δικών τους ανθρώπων, χωρίς να αναφέρουμε εκείνη των ξένων (στμ. Στην Ελλάδα αυτή η σειρά προτεραιότητας είναι ανάποδα).Αλλά μερικές φορές υπάρχουν άνθρωποι που εμφανίζονται από το πουθενά σε αυτόν τον κόσμο, άνθρωποι που αναποδογυρίζουν τα χρηματοπιστωτικά τραπέζια και μας υπενθυμίζουν ότι υπάρχει μια άλλη διάσταση, μια άλλη πραγματικότητα και μια άλλη ηθική.


Hasta siempre, Comandante!





Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2025

Το πάθος για τον Che (που διάβαζε Jose Antonio) του αντικομφορμιστικού χωρού

 




του Giorgio Mari (Barbadillo.it)

μετάφραση: Κωνσταντίνος Μποβιάτσος



Αναφέρω πρώτα, ότι σε αυτό το άρθρο θα χρησιμοποιήσουμε τη λέξη «δεξιά» αποκλειστικά και μόνο εννοούμενη ως «κοινωνική δεξιά». Ξανακοιτάζοντας επιπόλαια στο διαδίκτυο κάποιες αφίσες που έχουν φτιάξει οι ακτιβιστές του κόσμου μας, προς τιμήν του Che  Guevara, δεν μπορώ παρά να θυμηθώ τις διαμάχες που προκάλεσαν από τη μια πλευρά της πολιτικής στην άλλη.

Αδικαιολόγητη και άτοπη διαμάχη, που ίσως προκλήθηκε από την έλλειψη γνώσης του ιδεολογικού σύμπαντος μας. Ήδη ο δημοσιογράφος Mario La Ferla, του περιοδικού “L'Espresso”, στο βιβλίο του "L'altro Che" (Ο άλλος Che) περιγράφει με καλά λόγια τον θαυμασμό που τρέφουν οι «ριζοσπάστες δεξιοί»  ακριβώς για τον Διοικητή. Μια αγάπη γνήσια, ειλικρινής, χωρίς προσχήματα. 

Το 1961, το τότε FUAN, η πανεπιστημιακή οργάνωση του MSI (του Ιταλικού νεοφασιστικού κινήματος), αποφάσισε να αποτίσει φόρο τιμής στον «αντάρτη», κατά τη διάρκεια της κατάληψης στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας. Μετά το θάνατο του Guevara, στις 9 Οκτωβρίου του 1967, οι πρώτοι που τίμησαν τον χαρακτήρα αυτόν ήταν οι καλλιτέχνες του “Bagaglino”, ενός καμπαρέ της «δεξιάς», που συνέθεσαν τη μπαλάντα "Addio Che"σε δίσκο 45 στροφών.

Και πως να μην αναφέρουμε όλα εκείνα τα παλλόμενα και μεγάλα μυαλά, της πλευρά μας, που του «τραγουδούσαν τα εύσημα»; Εγκέφαλοι του διαμετρήματος του Jean Thiriart, του ιδρυτή της “Jeune Europe”, του Alain de Benoist ή του Jean Cau, συγγραφέα του βιβλίου “Une passion pour El Che”. Για να μείνουμε στο σπίτι μας, σίγουρα έρχεται στο μυαλό ο καθηγητής Franco Cardini, πάντα παραμυθένιος, ο οποίος σε μια ανοιχτή επιστολή του εκφράστηκε για τον Castro και την κουβανική επανάσταση με τρόπο που ... διαβάζοντας το απλά σε μαγεύει.

«Η επανάσταση ήταν εθνικό και λαϊκό «πράγμα». Στην Κούβα, όπου πήγα, έβλεπα συχνά με τα μάτια μου το μότο «Patria o muerte. Το νησί είναι ένα πραγματικό εργαστήριο πατριωτικού σοσιαλισμού. Μόνο αργότερα, αναγκασμένη από την ασφυκτική εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, η επαναστατική ηγεσία χρειάστηκε να αναζητήσει υποστήριξη στο σοβιετικό στρατόπεδο. Μεταξύ άλλων, με ένα είδος «αδέσμευτου» τρίτου δρόμου σε έναν κόσμο χωρισμένο σε δύο μπλοκ. Μια Realpolitik». 

Για να μείνουμε μεταξύ του ιδανικού πεδίου και της πραγματικής πολιτικής, αξίζει επίσης να θυμηθούμε τη σταθερή και ακλόνητη φιλία που συνέδεσε τον «Ernesto» με τον Peròn, που θεωρείται ο τελευταίος πολιτικός της κοινοτικής «δεξιάς». Δεν είναι μυστήριο ότι οι δυο τους συναντήθηκαν στην Ισπανία του Φράνκο, με την έγκριση του “Caudillo”.

Για όλα αυτά, πιστεύω ότι οι πολεμικές που διαχέονται τακτικά σε μια «δεξιά», που «χαιρετίζει» με την κακή έννοια τον Ernesto Guevara, είναι άτοπες. Οι ακτιβιστές  μας το έκαναν πάντα με τρόπο σωστό. Ανήκε τελικά ο Guevara  στο σύμπαν μας; Κανείς δεν το λέει και δεν έχει μεγάλη σημασία. Αλλά σίγουρα δεν ανήκει καν σε αυτόν τον βαριεστημένο προοδευτικό κόσμο, που τον έχει κατατάξει ως merchandising, με στόχο να πουληθούν μπλουζάκια και γκατζετάκια στα παιδιά του δυτικού καπιταλισμού τύπου Yankee. 

Πρακτικά όλα όσα πολέμησε ο απελευθερωτής της Κούβας. Επιπλέον, υπάρχει σίγουρα το καθήκον να τιμήσουμε έναν άνθρωπο που μοιράστηκε τις ίδιες τις μάχες μας, απευθείας «επί τόπου», μέσα στο δάσος. Ένας άνθρωπος που, τελικά, εγκατέλειψε και τις υπουργικές του θέσεις για να συνεχίσει τον αγώνα στο πεδίο, όπου βρήκε το θάνατο. Μαζί του, στην «τσέπη» του, λέει ο θρύλος, τα γραπτά και οι ομιλίες του Josè Antonio Primo de Rivera, ιδρυτή της Ισπανικής Φάλαγγας.

Τα υπόλοιπα είναι απλά βαρετά λόγια.


“Hasta la victoria siempre Comandante”


Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2025

Ο Ερνέστο "Τσε" Γκεβάρα μέσα από την εθνικοεπαναστατική οπτική: ο Περονιστής της «εθνικιστικής αριστεράς»

 





του Γιώργου Πισσαλίδη


Το 1945, μια εθνικιστική και κοινωνική επανάσταση πραγματοποιείται στην Αργεντινή. Αυτή του συνταγματάρχη Περόν και των «ντεκαμισάδος». Στις 17 Οκτωβρίου 1945, μία πορεία συμπαράστασης στον έκπτωτο Περόν, οργανωμένη από τα εργατικά συνδικάτα, τον ανεβάζει (μεταφορικά και κυριολεκτικά) στον προεδρικό θώκο. Ο Περόν εθνικοποίησε τα μέσα μεταφοράς και επικοινωνίας (που τα περισσότερα ήταν σε βρετανικά χέρια), το χρηματοοικονομικό σύστημα και τον έλεγχο του εξωτερικού εμπορίου. Έκανε έτσι την χώρα του οικονομικά και εθνικά ανεξάρτητη. Καθιέρωσε το κατώτατο όριο μισθού, συντάξεις και διακοπές μετά αποδοχών.

Με την βοήθεια της γυναίκας του Εβίτας, έκτισε το ασφαλιστικό και υγειονομικό σύστημα και έδωσε ψήφο στις γυναίκες. Τέλος κράτησε μια αντιιμπεριαλιστική στάση απέναντι στις Η.Π.Α και την Μεγάλη Βρετανία, εφαρμόζοντας τον «Τρίτο Δρόμο»πέρα από τον αμερικάνικο καπιταλισμό και τον σοβιετικό μαρξισμό. Έτσι με αυτήν την πολιτική προσέλκυε τους εθνικιστές, μεγάλο μέρος της Αριστεράς και φυσικά τους «ντεκαμισάδος» (χωρίς πουκάμισο), τους οπαδούς του που ανήκαν στην εργατική τάξη, που ήταν οργανωμένοι από την Εβίτα Περόν στην Γενική Συνομοσπονδία Εργατών.



Ο Κάστρο και η Φάλαγγα

Την ίδια χρονιά, στο Μπέθαλ της Κούβας, ένας 19χρονος επαναστάτης, ονόματι Φιντέλ Κάστρο Ρουζ, διαβάζει τα άρθρα και τις ομιλίες του Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ριβέρα. Στα νιάτα του, ο Κάστρο υπήρξε εθνικιστής στο πνεύμα του Χοσέ Μαρτί, του μαρτυρικού ήρωα της Κουβανικής ανεξαρτησίας, αντικομουνιστής και θαυμαστής του Μπενίτο Μουσολίνι, που τα άπαντα του είχαν εκλεχτή θέση στην φοιτητική βιβλιοθήκη του. Λάτρευε την «βία των γροθιών και των πιστολιών»με την οποία ο Χοσέ Αντόνιο και οι Φαλαγγίτες του ήθελαν να υπερασπιστούν τον Ισπανικό τρόπο ζωής απέναντι στον καπιταλισμό και τον κομμουνισμό. Ταυτιζόταν δε, με την ιστορική φράση του ηγέτη της Φάλαγγας: «η ζωή μας είναι στράτευσις και πρέπει ο καθένας από μάς να την ζήσει, διαποτισμένη από την θέληση να υπηρετήσει και να θυσιασθεί».




Το 1952, ο Κάστρο υπήρξε βουλευτής του κόμματος των «Ορντοντόξος». Το πραξικόπημα όμως του Μπατίστα του κόβει τον δρόμο. Στις 26 Ιουλίου 1953 θα ηγηθεί μιας αποτυχημένης επίθεσης στους στρατώνες Μονκάδα στο Σαντιάγκο της Κούβας. Θα συλληφθεί και στις 21 Σεπτεμβρίου θα υπερασπιστεί τον εαυτό του στο δικαστήριο με ένα διάσημο λόγο με τίτλο «Η Ιστορία θα με αθωώσει», την πρώτη πλατφόρμα της Κουβανικής Επανάστασης. 




Στον λόγο αυτό, ζητούσε αποκατάσταση του συντάγματος του 1940, παρέμενε πιστός στα εθνοκοινωνικό ιδεώδες της Φάλαγγας, ενώ ήταν εμπνευσμένος από το φιλολαϊκό πνεύμα της «Νιου Ντηλ» του Φραγκλίνου Ρούζβελτ. Η οποία με την σειρά της ήταν αντιγραφή του οικονομικού προγράμματος της εθνικιστικής Ιταλίας. Το 1955 αμνηστεύεται και φεύγει με άλλους Κουβανούς στο Μεξικό, όπου θα οργανώσει μαζί του με τον αδελφό του, Ραούλ το «κίνημα της 26ης Ιουλίου», προς ανάμνηση της επίθεσης στους στρατώνες Μονκάδα. Εκεί στο Μεξικό, ένα Αυγουστιάτικο βράδυ, ο Ραούλ θα του συστήσει ένα νεαρό γιατρό από την Αργεντινή, που προσπαθούσε να δώσει ένα καινούργιο νόημα στην ζωή του. Το όνομα του: Ερνέστο Γκεβάρα.




Ο Τσε και ο Περονισμός.


Ο Γκεβάρα είχε φτάσει στο Μεξικό από την ταραγμένη Γουατεμάλα, όπου είχε ταξιδέψει με τον αριστερό φίλο του Ριχαρδο Ρόχο. Εκεί ο αριστερών απόψεων συνταγματάρχης Χακόμπο Αρμπένζ Γκουσμάν είχε πάρει μια σειρά από οικονομικά μέτρα που ανέβασαν το βιοτικό επίπεδο των γηγενών Ινδιάνων και τους έδωσε πίσω την εθνική τους περηφάνια. Όταν όμως θέλησε να καταργήσει τα λατιφούντια (μεγάλα αγροκτήματα), οι μεγαλοτσιφλικάδες, που ήταν Αμερικανοί, με μπροστάρη την «Γιουνάιτεντ Φρούιτ Κόμπανυ», την πολυεθνική πίσω από τις δημοκρατίες της «μπανανίας», πίεζαν την Ουάσινκτον να υπερασπισθεί τα προνόμια τους.

Ο Γκεβάρα και ο Ρόχο αντιλαμβάνονται ότι η μόνη κυβέρνηση που βοηθά τον Αρμπενέζ είναι αυτή του Περόν. Όπως είχε κάνει και κατά τον αποκλεισμό του 1947 από τις βορειοαμερικανικές ναυτικές εταιρείες στέλνοντας πλοία, όπλα και πολεμοφόδια. Στις 17 Ιουνίου 1954, τα μισθοφορικά στρατεύματα του Κάρλος Καράγιο Άρμας, υποστηριγμένα από την CIA, εισβάλλουν στην Γουατεμάλα. Ο Ερνέστο προσφέρεται να πολεμήσει, αλλά ο πρόεδρος Αρμπενέζ αρνείται να δώσει όπλα στον λαό. Μέσα σε ένα λουτρό αίματος που ακολουθεί, ο Αργεντινός πρέσβης, του σώζει την ζωή και του μισθώνει αμάξι για να φύγει στο Μεξικό.

Η πρώτη συζήτηση λοιπόν που είχαν ο Κάστρο και ο Γκεβάρα αφορούσε τα γεγονότα της Γουατεμάλας και την διεθνή κατάσταση. Ο Γκεβάρα γοητεύεται από την φυσιογνωμία του Φιντέλ και αργότερα γράφει στις «Αναμνήσεις από τον Επαναστατικό Πόλεμο»: «Τις πρώτες μικρές ώρες της αυγής είχα κιόλας γίνει ένας από τους μελλοντικούς του πολεμιστές».




Ποιος ήταν όμως ο άνθρωπος που θα έμενε στην Ιστορία με το προσωνύμιο «Τσε»;

Γεννήθηκε στις 14 Ιουνίου 1928 στο Ροζάριο της Αργεντινής. Καταγόταν από μια από τις αριστοκρατικότερες οικογένειες της Αργεντινής, που μεταπολεμικά ξέπεσε στην μεσοαστική τάξη. Ο ίδιος έπασχε από βρογχικό άσθμα που θα τον ταλαιπωρούσε σε όλη του την ζωή και θα αποβεί μοιραίο την μέρα της σύλληψης του. Ο ίδιος όμως ήταν δεινός ιππέας, ορειβάτης και κολυμβητής.

Η οικογένεια του ήταν αντιπερονική, αλλά μετά την Γουατεμάλα, άρχιζε να θαυμάζει «την κοινωνική επανάσταση που υπήρξε ο Περονισμός». Έτσι τον Σεπτέμβριο του 1955, όταν ο Περόν ανατράπηκε από ένα αμερικανοκίνητο πραξικόπημα, ο «Τσε» γράφει στον πατέρα του: «Ομολογώ με όλη την ειλικρίνεια ότι η πτώση του Περόν με πίκρανε βαθιά. Η Αργεντινή ήταν ο ιππότης όλων εκείνων που πίστευαν ότι ο εχθρός βρίσκεται στον Βορρά», υπονοώντας την Αμερική. 

Χρόνια αργότερα ως υπουργός θα δηλώσει στον Άνγκελ Μπερλένγκι, πρώην υπουργό εσωτερικών του Περόν, που κατέφυγε στην Κούβα: «Ο Περόν αποτέλεσε την πιο εξελιγμένη έκφραση της πολιτικής και οικονομικής μεταρρύθμισης στην Αργεντινή. Να σκεφτείτε όμως, πως αν ο Περόν είχε επιχειρήσει μια βαθιά ανατροπή των παραδοσιακών οικονομικών δυνάμεων, οι καινούργιες δεν θα ήταν σε θέση να βάλουν τέλος στην διακυβέρνηση του, όπως και τελικά έγινε».


Αντάρτης και υπουργός


Στις 2 Δεκεμβρίου του 1956, ο «Τσε» μαζί με άλλους 80 αντάρτες ανέβαινε στο «Γκράντμα» με σκοπό να αποβιβασθούν στην Κούβα με σκοπό να ανατρέψουν τον Μπατίστα και τους βορειοαμερικανούς πατρώνους του. Η φύση της Κουβανικής επανάστασης ήταν εθνικοαπελευθερωτική στο πρότυπο του Χοσέ Μαρτί και επηρεασμένη από το αντι-ιμπεριαλιστικό πνεύμα του περονισμού. Δεν ήταν μόνο Κουβανική, αλλά αφορούσε όλη την Λατινική Αμερική. 

Εξ’ άλλου από την εποχή του Μπολιβάρ η Λατινική Αμερική θεωρείτο μία ενιαία χώρα. Το 1958, ο Κάστρο δηλώνει στον αμερικανικό τύπο: «Θέλω να με θεωρείτε μία διασταύρωση Χοσέ Μαρτί και Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ριβέρα»Στην διάρκεια του επαναστατικού αγώνα, ο Κάστρο θα κουβαλούσε παντού μαζί του τα «Άπαντα»του Χοσέ Αντόνιο, ενώ όταν θα ανέβει στην εξουσία θα κλείνει όλους του πολιτικούς του λόγους με την φράση «Πατρίδα η Θάνατος», κάτι που ο ηγέτης της Φάλαγγας θα ενέκρινε.

Ως στρατιώτης, ο Τσε Γκεβάρα χαρακτηριζόταν από την «άμεση και αυθόρμητη διάθεση του να προσφερθεί για την εκπλήρωση της πιο δύσκολης αποστολής». Τον Ιούλιο του 1957, προάγεται σε ταγματάρχη (κομμαντάτε), τον ανώτερο στον κουβανικό στρατό και αναλαμβάνει διοικητής της δεύτερης φάλαγγας του αντάρτικου στρατού. Υπήρξε ο ιθύνους νους της νίκης στην Σάντα Κλάρα στις 28 Δεκεμβρίου 1958, που άνοιξε τον δρόμο για την κατάκτηση της εξουσίας.

Με την επικράτηση της επανάστασης, ο Τσε ορίζεται κατά σειρά βιομηχανικός διευθυντής του «Εθνικού Ιδρύματος της Αγροτικής Μεταρρύθμισης» (NRA), Διευθυντής της Αγροτικής Τράπεζας και υπουργός βιομηχανίας. Θα διέλυε τα λατιφούντια (μεγαλοκτήματα) και θα τα αντικαταστούσε με κολεκτίβες, ερχόμενος σε σύγκρουση με την ολιγαρχία και τους ξένους μεγαλοκτήμονες. Κατά την διάρκεια της υπουργοποιήσεως του Γκεβάρα, τα «Αράμος», τα «Ντοράντος» και τα «Κριόλας» πήραν την θέση των βορειοαμερικάνικων σιγαρέτων. 

Οι αμερικάνικες ταινίες καταργήθηκαν από την τηλεόραση, οι βομβαρδισμός διαφημίσεων και φωτεινών επιγραφών σταμάτησε, οι αγγλόφωνες εμπορικές ονομασίες και τα ξενικά ονόματα των μαγαζιών αντικαταστήθηκαν από ισπανόφωνες επιγραφές. Με άλλα λόγια είχαμε ένα αριστερού τύπου γλωσσικό εθνικισμό και κρατικό προστατευτισμό, που θα έβρισκε απήχηση στους ευρωπαίους εθνικιστές.

Ως άτομο και υπουργός ο Τσε περιφρονούσε το χρήμα, την πολυτέλεια και ζούσε μια ζωή αυστηρή, λιτή και σπαρτιάτικη. Αντίθετα είχε απεριόριστη πίστη στις ηθικές αξίες και την συνείδηση των ανθρώπων. Θέλησε χωρίς να υποτιμήσει τα υλικά κίνητρα, να προωθήσει την κυριαρχία ηθικών κινήτρων στην δουλειά. Προώθησε την εθελοντική δουλειά τις Κυριακές, στην οποία ο ίδιος δούλευε κανονικά 8 με 10 ώρες. Οραματιζόταν την δημιουργία ενός νέου ανθρώπου μέσα από τον σοσιαλισμό. «Ένα άνθρωπο με θάρρος, με συνείδηση των ευθυνών του, εργατικό και τίμιο, με την αίσθηση του χιούμορ και της αξιοπρέπειας, γενναιόδωρο, έτοιμο για τις μεγάλες θυσίες, έξυπνο». Ήταν ουτοπία; Πολλές από αυτές τις αρετές τις είχε ο ίδιος ο Τσε.



Ούτε Ουάσιγκτον, Ούτε Μόσχα!


Τον Απρίλιο του 1960, η Κούβα αγόρασε το πρώτο σοβιετικό πετρέλαιο που όμως, τα αμερικάνικα διυλιστήρια που υπήρχαν στο νησί, αρνήθηκαν να το επεξεργαστούν. Ο «Τσε» τότε τα εθνικοποίησε, κερδίζοντας να αγοράσουν την πρώτη του διεθνή νίκη. Σε αντίποινα, οι Η.Π.Α αρνιόταν να αγοράσουν το 80% της Κουβανικής ζάχαρης. Τότε ως από μηχανής θεός, εμφανίζονται οι Σοβιετικοί με 100 εκ. δολάρια και αγόραζαν την ζάχαρη που συνήθως αγόραζαν οι Αμερικανοί. Όμως αυτό δεν πολυάρεσε στον Τσε. Αν και υπήρξε ο αρχιτέκτονας της Σοβιετο - Κουβανικής συνεργασίας, κάποια στιγμή θα δήλωνε: «Η ΣΕΛΛ, η ΕΣΣΣΟ και η ΤΕΞΑΚΟ του φίλου μας, του Ροκφέλλερ, με μια μαχαιριά μας έσπρωξαν στην αγκαλιά της Σοβιετικής Ένωσης.

Στις 16 Απριλίου 1961, παραμονή της εισβολής στον Κόλπο των Χοίρων, ο Κάστρο ανακηρύσσει την σοσιαλιστική φύση του καθεστώτος και στις 2 Δεκεμβρίου την προσέγγιση στο Ανατολικό Μπλοκ. Οι εθνικιστικές μέρες που ο Κάστρο δήλωνε να εμπνέεται από τον Χοσέ Αντόνιο και το κοινωνικό πρόγραμμα της Φάλαγγας, παίρνουν τέλος. Από εδώ και πέρα, ο Κάστρο γίνεται υποχείριο της Μόσχας. Όχι όμως και ο Τσε, που αντιστεκόταν σε κάθε είδους οικονομικό και πολιτικό προστατευτισμό εκ μέρους της Σοβιετικής Ένωσης. 

Πίστευε ότι «αν οι εθνικές ιδιαιτερότητες δεν γίνουν σεβαστές στον σοσιαλιστικό διεθνισμό, τότε υπάρχει ένας ακόμη ιμπεριαλισμός και η θέση της Κούβας δεν είναι εκεί». Θεωρούσε ότι η σοβιετική προστασία θα στεκόταν εμπόδιο στην ανάπτυξη της εθνικά αυτόνομης προσωπικότητας της Κούβας. Όπως θα έλεγε κάποια στιγμή «Δεν κάναμε την επανάσταση μας για να εξαρτηθούμε από την σοβιετική προστασία».

Έτσι, από μοναδικός κομμουνιστής του πληρώματος του «Γκράνμα», ο Τσε μετατράπηκε σε ένα σφόδρα αντιιμπεριαλιστή πολιτικό - μαχητή ενάντια στις Η.Π.Α και την Ε.Σ.Σ.Δ. Δηλαδή ταυτιζόταν με τον «Τρίτο Δρόμο» του περονισμού και μεταμορφώθηκε σε «Περόν» της επαναστατικής αριστεράς.



Περιπλανώμενος γκουερριλιερρο


To 1960, o Τσε Γκεβάρα εξέδωσε το σημαντικότερο του βιβλίο, τον «Ανταρτοπόλεμο». Πρόκειται για ένα στρατιωτικό εγχειρίδιο, όπου δείχνει πως ένας αντάρτικος λαϊκός στρατός, βασισμένος σε υποστήριξη του αγροτικού πληθυσμού και αποζητώντας μεταρρύθμιση της ιδιοκτησίας της γης, μπορεί να νικήσει ένα τακτικό στρατό. 

Για πρότυπα ο Τσε είχε την Κουβανική επανάσταση (Κάστρο), την Κινέζικη (Μάο Τσε Τούνγκ) και την Βιετναμέζικη (Χο Τσι Μινγκ), δηλαδή τρία τριτοκοσμικά, αγροτοκομμουνιστικά αντάρτικα, που συνδύαζαν εθνική και κοινωνική χειραφέτηση. Όμως εξαιτίας της περιφρόνησης του Μαρξ για την πατρίδα, την αγροτιά, τον Τρίτο Κόσμο και τον πολιτικό αυθορμητισμό, ανήκουν σύμφωνα με τον καθηγητή Κιτσίκη, στην Τρίτη Εθνικιστική Ιδεολογία.

Το βιβλία διεπνέετο από εθνικοεπαναστατικά και κομμουνιστικά ιδεώδη, που ο Κάστρο και ο «Τσε» ήθελαν να εξάγουν πρώτα στην Λατινική Αμερική και ύστερα σε όλον τον κόσμο. «Να κάνουμε 1-2-3, πολλά Βιετνάμ!», όπως θα έλεγε χαρακτηριστικά. Ο Περόν το έθεσε πολύ σωστά: «Ο αντικειμενικός σκοπός των Κουβανών δεν είναι άλλος από την απελευθέρωση των λαών της Λατινικής Αμερικής». 

Η πρόθεση τους είναι να δημιουργήσουν μία συνομοσπονδία ανεξαρτήτων. Ο «Τσε» Γκεβάρα ήταν το σύμβολο αυτού του αγώνα, γιατί υπηρέτησε έναν σκοπό μέχρι το σημείο να το ενσαρκώσει. Είναι ο άνθρωπος ενός ιδανικού» Όμως αυτά τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα δεν άρεσαν στην Σοβιετική Ένωση γιατί ενδιαφερόταν για αυτά μόνο όσο μπορούσε να τα ελέγχει για τους δικούς της σκοπούς. Το 1965 πριν φύγει για το Κονγκό, ο Τσε γράφει στους γονείς του: «Πιστεύω στον ένοπλο αγώνα ως την μόνη λύση για τους λαούς που αγωνίζονται για την απελευθέρωση τους. Πολλοί θα με αποκαλέσουν τυχοδιώκτη και πράγματι είμαι, αλλά ενός διαφορετικού τύπου. Από εκείνους που διακινδυνεύουν το τομάρι τους για να υπερασπίσουν ένα ιδανικό».

Όταν ο κόσμος άρχισε να αναρωτιέται για την εξαφάνιση του «Τσε», ο Κάστρο θα διαβάσει δημόσια ένα γράμμα του Γκεβάρα, όπου έγραφε: «Θεωρώ ιερό μου καθήκον να αγωνίζομαι εναντίον του ιμπεριαλισμού, όπου και να βρίσκεται. Αυτό για μένα είναι μια μεγάλη παρηγοριά και κατευνάζει την οδύνη μου». Οι Σοβιετικοί καταλαβαίνουν σε ποιους απευθύνεται πραγματικά αυτό το γράμμα και υπογράφουν την θανατική του καταδίκη.

Όταν ο «Τσε» γυρίσει κρυφά στην Κούβα πριν φύγει για την Βολιβία, οι Σοβιετικοί θα πιέσουν οικονομικά τον Κάστρο και πολιτικά το ΚΚ Βολιβίας να τον αφήσουν αβοήθητο. Φρόντισαν μάλιστα να στείλουν δίπλα του την πρώην πρακτόρισα της Σταζί, Χάιντι Ταμάρα Μπούνκε Μπίντερ, γνωστή ως «Τάνια», που είχε υπάρξει ερωμένη του Κάστρο. Αρχικά ο Κάστρο ήθελα να βοηθήσει τον παλιό του φίλο και συμπολεμιστή, αλλά τελικά υποτάχθηκε στην Σ. Ένωση. Ήταν εκείνη που σε συμφωνία με την Μόσχα και την Αβάνα έφερε τον Βολιβιανό στρατό στα ίχνη του Γκεβάρα, αν και σκοτώθηκε και η ίδια σε μια πολεμική σύγκρουση στις 31 Αυγούστου 1967. Στις 8 Οκτωβρίου 1968, ο «Τσε» συλλαμβάνεται και δολοφονείται από τον βολιβιανό στρατό και την CΙΑ.




Ο Γκεβάρα ενάντια στην ελληνική αριστερά

Βλέπουμε λοιπόν ότι ο κομμαντάτε «Τσε» Γκεβάρα δεν είχε πολλές σχέσεις με τους ντόπιους τιμητές του. Η αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ ανακάλυψε το Αρμάνι, τις χαρές του καπιταλισμού, ενώ δουλεύει στο χρηματιστήριο. Ότι δηλαδή δεν θέλησε ποτέ να γίνει εκείνος, που ζούσε μια ζωή ασκητική και σπαρτιάτικη. Εκείνος πολέμαγε για την πατρίδα ενάντια στην αμερικάνικη η την σοβιετική εξάρτηση, το Σ.Α.Κ.Ε/K.K.E. μίλαγε για «ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη» επειδή το ζητούσαν τα σοβιετικά αφεντικά του, ενώ χαιρόταν για την «αποτυχία της αστικοτσιφλικάδικης εκστρατείας στην Μικρά Ασία». 

Από την στιγμή δε, που ο αμερικάνικος καπιταλισμός και ο σοβιετικός κομμουνισμός συμμάχησαν για να εξοντώσουν τον μεγάλο επαναστάτη, είναι οι Έλληνες Εθνικιστές και όχι οι αριστεροί που δικαιούνται να επικαλούνται τον αγώνα του στην αδυσώπητη μάχη εναντίον της Παγκοσμιοποιήσεως.

Όπως θα έλεγε και εκείνος: ΠΑΤΡΙΔΑ ή ΘΑΝΑΤΟΣ.






Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2025

Νέα κυκλοφορία από τις εκδόσεις «Αντίδοτο»: Πολιτικός Στρατιώτης - η ζωή και ο θάνατος του Ernst Röhm, του Troy Southgate

 






Νέα κυκλοφορία από τις εκδόσεις «Αντίδοτο»: 

Πολιτικός Στρατιώτης - η ζωή και ο θάνατος του Ernst Röhm, του Troy Southgate

Ημερομηνία έκδοσης: 08.10.2025

Σελίδες: 256

Για τους αναγνώστες του «Μαύρου Κρίνου» η τιμή είναι 20 ευρώ συμπεριλαμβανομένων των ταχυδρομικών

Παραγγελίες στην ηλεκτρονική διεύθυνση των εκδόσεων «το Αντίδοτο»

ekdoseis.antidoto@gmail.com 

ή 

με sms στο 6949124146

Διατίθεται και από τις εκδόσεις «Λόγχη» και «Πελασγός»


Ατιμασμένος και απαξιωμένος από κάποιους, αλλά επίσης την ίδια στιγμή αδικημένος και άξιος τιμής από άλλους, ο Ernst Röhm (1887-1934) ήταν μια περίπλοκη και αινιγματική φιγούρα της οποίας η αταλάντευτη υποστήριξη στον Αδόλφο Χίτλερ κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1920 και του 1930 συχνά επισκιάζει την πιο ριζοσπαστική πλευρά του, με ασυμβίβαστες απόψεις για την ηθική και την αστική τάξη. 

Η λεπτομερής βιογραφία του Troy Southgate επιχειρεί να ανακαλύψει τον πραγματικό Ernst Röhm και εξετάζει την πρώιμη ζωή του στο Μόναχο, την άνοδο του στις τάξεις του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος (NSDAP) και τον κρίσιμο ρόλο του στις τρομερές ταξιαρχίες Freikorps και στα Τάγματα Εφόδου (Sturmabteilung) φορώντας το καφέ πουκάμισο (S.A.). 

Το βιβλίο διερευνά επίσης την αμφιλεγόμενη σεξουαλικότητα του Röhm και τη θέση του ανάμεσα σε εκείνους που, στα τέλη Ιουνίου 1934, βρέθηκαν ξαφνικά στο στόχαστρο του ίδιου του ναζιστικού καθεστώτος. 

Η εργασία περιλαμβάνει εκτενείς υποσημειώσεις και μια επιλεγμένη βιβλιογραφία.

Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2025

Διακήρυξη του Ζαν Μαρί Λεπέν σχετικά με τον πόλεμο των ΗΠΑ στο Ιράκ το 2003

 





Κυρίες και κύριοι,

Επιτρέψτε μου καταρχάς να σας ευχαριστήσω που αντέξατε τον σημερινό άσχημο καιρό —και ο Θεός ξέρει ότι είναι σκληρός— για να δείξετε την υποστήριξή σας στον Σύνδεσμο «SOS για τα Παιδιά του Ιράκ», με πρόεδρο την Jany Le Pen, ο οποίος επί επτά χρόνια κινεί ακούραστα ουρανό και γη για να επιστήσει την προσοχή του κοινού στην τραγωδία που συμβαίνει στο Ιράκ.

Χαιρετίζω, φυσικά, τους Ευρωπαίους αξιωματούχους, τους περιφερειακούς και δημοτικούς αιρετούς αξιωματούχους μας, αλλά και όλους όσους, ανεξαρτήτως βαθμίδας, θέλουν σήμερα να εκφράσουν τον θυμό και την αγανάκτησή τους και να επιδείξουν τη δέσμευσή τους στις μεγάλες παγκόσμιες αρχές της ηθικής και του δικαίου, προκειμένου να βοηθήσουν στη σωτηρία ενός μικρού λαού 20 εκατομμυρίων, που απειλείται από την στρατιωτική οργή της κορυφαίας δύναμης του κόσμου.

Η σημερινή μας δράση, φυσικά, δεν στρέφεται εναντίον κανενός λαού: οι άνθρωποι σπάνια είναι ανήθικοι, και η ανηθικότητα βρίσκεται συχνότερα μόνο μεταξύ εκείνων που τους ηγούνται. Η φιλία που ενώνει τα ίδια τα έθνη, η ιστορική αλληλεγγύη των Ηνωμένων Πολιτειών και της Γαλλίας προφανώς δεν αμφισβητούνται, και επιπλέον εκπροσωπείται, εδώ, από δύο μνημεία. Το ένα συμβολίζει την πολιτική, στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη της Γαλλίας του Λουδοβίκου ΙΣΤ΄ προς την Αμερική τoυ Ουάσιγκτον. Το άλλο είναι το μνημείο που τιμά τα παιδιά της Αμερικής που πέθαναν κατά τη διάρκεια της γαλλικής εκστρατείας.

Βρισκόμαστε, επομένως, πραγματικά στην καρδιά της συμμαχίας μεταξύ των λαών μας. Σίγουρα, δεν υπήρχε μόνο ανιδιοτέλεια στις σχέσεις μας, αλλά πάντα μια κοινή αίσθηση ύπαρξης ενός ανώτερου συμφέροντος που μοιράζονταν και οι δύο χώρες, μια κοινή ελπίδα για ελευθερία και δικαιοσύνη. Αυτό ίσχυε το 1777, το 1917 και το 1944. Αλλά δυστυχώς, δεν ισχύει πλέον σήμερα, που διεξάγεται ένας πόλεμος που δεν είναι πλέον πόλεμος για την ελευθερία και τον νόμο, αλλά, ένας πόλεμος αλαζονείας και αρπαγής.

Η αναγγελθείσα εισβολή στο Ιράκ δημιουργεί μια κατάσταση που, από πολλές απόψεις, απειλεί την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια. Σίγουρα έχετε παρατηρήσει ότι η προπαγάνδα που χρησιμοποιεί η Ουάσινγκτον, τόσο πολιτική όσο και μιντιακή, είναι γεμάτη με περιγραφές που είναι τόσο εκδικητικές όσο και ηθικολογικές: κακή αυτοκρατορία, καθεστώς συνεργό με την Αλ Κάιντα, ολοκληρωτική χώρα που παραβιάζει τους ελέγχους του ΟΗΕ κρύβοντας όπλα μαζικής καταστροφής, κ.λπ. Βεβαίως, η εποχή έχει σκοπό να είναι ηθικολογική, αλλά αυτό δεν αποτελεί κάτι καινούργιο: οι γαλέρες γεμάτες από λευκόχρυσο που τον 16ο αιώνα άδειασαν την αυτοκρατορία των Ίνκας από το πολύτιμο μέταλλό της βασίζονταν ήδη σε έναν αναγκαστικό προσηλυτισμό στη θρησκεία του Ισπανού κατακτητή. Με τον ίδιο τρόπο που χθες ο πολιτισμός των Ίνκας διαλύθηκε πριν εξαφανιστεί, το Ιράκ, του οποίου η ιστορία χρονολογείται πάνω από 8.000 χρόνια πριν και το οποίο κάποτε ήταν το λίκνο του πολιτισμού, απειλείται σήμερα. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι αυτή η χώρα, που βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο των παγκόσμιων υποθέσεων, είναι αυτή των Σουμερίων που δημιούργησαν τη γραφή, αυτή των Αμορραίων που ίδρυσαν τη Βαβυλώνα πριν από 4.000 χρόνια, αυτή των Ασσυρίων των οποίων η αυτοκρατορία έφτασε στη Μεσόγειο και τέλος αυτή των Χαλδαίων, με τον Ναβουχοδονόσορα που έκανε τη Βαβυλώνα την πιο όμορφη πόλη στον κόσμο.

Όλη αυτή η ιστορία δίνει σε αυτή τη χώρα το εθνικό της βάθος, καρπό ενός αληθινού πολιτισμού. Αλλά σήμερα, στον κόσμο της απλοποίησης, των εικόνων και των ψεμάτων, όλα αυτά έχουν ξεχαστεί. Μας λένε ότι ο Σαντάμ Χουσεΐν είναι δικτάτορας, αλλά δεν είναι ο Σαντάμ αυτός που υποκινεί τον πόλεμο. Ο υποκινητής του πολέμου είναι ο Τζορτζ Μπους. Δεν είναι τα ιρακινά αεροπλανοφόρα που κάνουν ελιγμούς στα ανοικτά των ακτών της Νέας Αγγλίας, δεν είναι οι ιρακινοί πεζοναύτες που τοποθετούνται στο Μεξικό, τον Καναδά ή την Κούβα. Είναι η αγγλοαμερικανική αρμάδα που, στη Μέση Ανατολή, αναβιώνει την αποικιακή πολιτική των κανονιοφόρων. Η αλήθεια των γεγονότων έχει μικρή σημασία. Αυτό που θέλου να πείσουν είναι ότι ο Σαντάμ καταπιέζει έναν λαό που δεν μπορεί να κάνει τίποτα, στον οποίο πρέπει να φέρουμε τη σωτηρία της άμεσης στρατιωτικής απελευθέρωσης και μία δυτικού τύπου δημοκρατία.

Εδώ εξαπλώνεται ύπουλα η πρώτη ανησυχία: γιατί να εισάγουμε βίαια τη δημοκρατία στο Ιράκ, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Μεγάλη Βρετανία δεν ξεκινούν ανάλογη στρατιωτική επέμβαση στη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα, για να μην αναφέρουμε την Κίνα, το Βιετνάμ ή την κομμουνιστική Κορέα. Τι γίνεται όμως με το κυνήγι του Μπιν Λάντεν και την καταπολέμηση της Αλ Κάιντα, που μέχρι πρόσφατα ήταν η κορυφαία προτεραιότητα των Ηνωμένων Πολιτειών; Πώς μπορούμε να λάβουμε στα σοβαρά την υπόθεση πως μία στρατιωτική κατοχή θα οδηγούσε στον εκδημοκρατισμό της χώρας; Πώς μπορούμε να αξιολογήσουμε την εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος-μαριονέτα, όπως συνέβη στην Αίγυπτο με τον βασιλιά Φαρούκ, στη Λιβύη με τον βασιλιά Ιντρίς, στο Ιράν με τον Σάχη, ακόμη και στο Ιράκ μέχρι το 1958 με τον Φαϊζάλ, ο οποίος τελικά δολοφονήθηκε; Τα μαθήματα της πρόσφατης ιστορίας φαίνεται να έχουν ήδη ξεχαστεί. Τα τεχνητά αποικιακά συστήματα που δημιουργήθηκαν μεταξύ 1920 και 1960, χωρίς λαϊκή βάση, παρόλα αυτά κατέρρευσαν το ένα μετά το άλλο υπό τα χτυπήματα του Νάσερ, του Καντάφι και του Χομεϊνί, και οι καλύτεροι σύμμαχοι των Αμερικανών στην περιοχή - η Σαουδική Αραβία, τα Εμιράτα, η Υεμένη, η Ιορδανία και η Αίγυπτος - απορρίπτουν εντελώς τη δημοκρατία δυτικού τύπου. 

Οι λαοί αυτών των χωρών, αν μπορούσαν να μιλήσουν, θα απαιτούσαν την άμεση απόσυρση των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, τις οποίες θεωρούν συνένοχες στην ισραηλινή κατοχή της Παλαιστίνης. Η διγλωσσία του Λευκού Οίκου, που αποδέχεται τις επανειλημμένες παραβιάσεις των ψηφισμάτων του ΟΗΕ από το Τελ Αβίβ, ενώ παράλληλα επιδεικνύει απόλυτη αδιαλλαξία απέναντι στο Ιράκ, παρόλο που η χώρα αυτή δεν έχει διαπράξει αποδεδειγμένα εγκλήματα - αυτή η διγλωσσία είναι προφανώς απαράδεκτη για την αραβική κοινή γνώμη. Όσο για το μήνυμα που επαναλαμβάνεται εβδομάδα με την εβδομάδα από τον Αμερικανό πρόεδρο ότι η Βαγδάτη αποτελεί κίνδυνο για την Αμερική κατέχοντας όπλα μαζικής καταστροφής, αυτό το επιχείρημα δεν είναι αξιόπιστο, και ήδη διάφοροι πολιτικοί ηγέτες από όλα τα κοινωνικά στρώματα γνωρίζουν ότι ο Σαντάμ Χουσεΐν δεν διαθέτει στρατηγικό υλικό. Ο Σκοτ ​​Ρίτερ, πρώην επιθεωρητής του ΟΗΕ, το έγραψε, και οι εκατό περίπου επισκέψεις που πραγματοποίησε ο ΟΗΕ τον τελευταίο μήνα επιβεβαίωσαν τους ισχυρισμούς του.

Στις διάφορες περιστροφές των μέσων ενημέρωσης γύρω από αυτές τις επιθεωρήσεις, το γελοίο απλώς συναγωνίζεται το υπόκοσμο. Στην πραγματικότητα, η παγκόσμια κοινή γνώμη διαισθάνεται ότι συμβαίνει κάτι άλλο. Ο Λευκός Οίκος και το Πεντάγωνο σκέφτονται προς το παρόν μόνο τον «μαύρο χρυσό», αφού, κατά μια εκπληκτική γεωγραφική σύμπτωση, τα δύο τρίτα των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου βρίσκονται στον Περσικό Κόλπο, και το Ιράκ βρίσκεται στο γεωγραφικό κέντρο αυτού του Ελ Ντοράντο που στοιχειώνει τον Πρόεδρο Μπους, παρά τις οδηγίες που δόθηκαν στα μέσα ενημέρωσης: «πάντα να το σκέφτεστε και ποτέ να μην μιλάτε γι' αυτό».

Οι κορυφαίοι στρατηγικοί αναλυτές του Πενταγώνου - οι κ.κ. Ράμσφελντ και Γούλφοβιτς - και οι πετρελαϊκές εταιρείες, μάλιστα, διαβεβαιώνουν τον Πρόεδρο Μπους ότι η κατοχή του Ιράκ προσφέρει μόνο πλεονεκτήματα. Πρώτον, θα εγγυόταν μια τιμή πετρελαίου περίπου 25 έως 30 δολαρίων ανά βαρέλι (0,25 ανά λίτρο) για τα επόμενα δέκα χρόνια. Θα λειτουργούσε ως αποτρεπτικός παράγοντας τόσο για τη Σαουδική Αραβία όσο και για το Ιράν, και θα ανάγκαζε επίσης τις αραβικές χώρες να αποδεχτούν την de facto προσάρτηση της Παλαιστίνης. Ένα πράγμα είναι σαφές: το πετρέλαιο είναι η ψυχή του δυτικού πολιτισμού, αφού τίποτα δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς αυτό. Στα χαρτιά, αντιπροσωπεύει μόνο το 1 έως 2% του ΑΕΠ, ενώ στην πραγματικότητα αντιπροσωπεύει σχεδόν το 100% του ίδιου ΑΕΠ. Πράγματι, πρέπει να γνωρίζουμε ότι τα διάφορα στοιχεία του ΑΕΠ δεν έχουν όλα την ίδια αξία: κανείς δεν θα παρατηρούσε την εξαφάνιση του 1% των υπηρεσιών, ενώ η εξαφάνιση του 1% του πετρελαίου σημαίνει τον θάνατο μιας σύγχρονης οικονομίας. Ας θυμηθούμε επίσης ότι αυτός ο «μαύρος χρυσός», που καταβάλλεται στον παραγωγό με 1/4 του ευρώ ανά λίτρο, δεν καταναλώνεται με τον ίδιο τρόπο και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, αυτή η χαμηλή τιμή ποτίζει την οικονομία, ενώ στη Γαλλία γεμίζει τα κρατικά ταμεία μέσω ενός TIPP (Φόρος Δημόσιων Αγαθών), ο οποίος τριπλασιάζει το αρχικό κόστος.

Τι θα απογινόταν ο γαλλικός προϋπολογισμός χωρίς τα 400 έως 450 δισεκατομμύρια φράγκα που θα προέκυπταν από διάφορους φόρους στη βενζίνη; Το κράτος θα χρεοκοπούσε. Αυτή η δημοσιονομική επιταγή εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την αμήχανη σιωπή των πολιτικών μας ηγετών σχετικά με τον επικείμενο πόλεμο: θα ήθελαν να αποφύγουν τη σύγκρουση, της οποίας τον κίνδυνο αντιλαμβάνονται αόριστα, με τον κίνδυνο να οδηγηθούν σε χάος, αλλά παραμένουν ευαίσθητοι στο διακριτικό αμερικανικό μήνυμα που υποδηλώνει ότι η κατοχή του Ιράκ εγγυάται την ασφάλεια πετρελαίου χαμηλού κόστους. Πράγματι, τα αποθέματα πετρελαίου της Βόρειας Αμερικής θα εξαντληθούν σε δέκα χρόνια και οι Ηνωμένες Πολιτείες καταναλώνουν το ένα τέταρτο των 3,5 δισεκατομμυρίων τόνων του πλανήτη. Επιπλέον, για να τροφοδοτηθεί η αμερικανική ανάπτυξη, η τιμή ενός βαρελιού δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 30 δολάρια. Κυρίες και κύριοι, αυτές οι διάφορες άρρητες ιδέες αποτελούν μέρος τόσο μιας εθνικής όσο και μιας διεθνούς συναίνεσης.

Ο αναγγελθείς πόλεμος πρέπει επίσημα να παραμείνει μια σταυροφορία του καλού ενάντια στο κακό, φέρνοντας στους Ιρακινούς τα οφέλη της «απελευθέρωσης». Δεδομένου ότι αυτό το επιχείρημα παραμένει μη πειστικό, η Ουάσιγκτον απαιτεί να βρεθεί κάτι, και αν δεν βρεθεί τίποτα, θα χρειαστεί είτε μια πρόκληση είτε ένα πρόσχημα για να πυροδοτηθεί μια μακροχρόνια προγραμματισμένη επέμβαση. Ας μην ξεχνάμε ότι τον Δεκέμβριο του 1990, η CIA πήρε συνέντευξη από την κόρη του πρέσβη του Κουβέιτ στην Ουάσιγκτον, αναγκάζοντάς την να καταγγείλει τις ιρακινές φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν σε μια μαιευτική κλινική. Τα εγκλήματα δεν είχαν ποτέ λάβει χώρα, αλλά η συνέντευξη βοήθησε στην εξασφάλιση πλειοψηφίας στο Κογκρέσο που επέτρεπε την είσοδο στον πόλεμο. Κυρίες και κύριοι, μπορούμε να θαυμάσουμε τον αμερικανικό δυναμισμό και να αναγνωρίσουμε την υπεροχή του, ενώ παράλληλα καταγγέλλουμε μια πολιτική κανονιοφόρων, της οποίας οι επιπτώσεις μπορούν τελικά να είναι καταστροφικές για το Ιράκ, για τις Ηνωμένες Πολιτείες, για την Ευρώπη και για την παγκόσμια ασφάλεια.

Για το Ιράκ, αυτός ο πόλεμος θα είναι ακόμη πιο δραματικός επειδή θα πλήξει έναν λαό που έχει αποδυναμωθεί από τον πόλεμο Ιράν-Ιράκ, τον πόλεμο του 1991 και τον σκανδαλώδη 11ετή αποκλεισμό. Ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ, που ενθαρρύνθηκε από τη Δύση, έχει κοστίσει εκατοντάδες χιλιάδες ζωές, και το ανθρώπινο, υλικό και οικονομικό κόστος του πολέμου του 1991 ήταν επίσης τεράστιο: 100.000 θάνατοι, 5 εκατομμύρια εκτοπισμένοι και 200 ​​δισεκατομμύρια δολάρια σε υλικές ζημιές. Ο αποκλεισμός έχει κάνει πολύ χειρότερα: έχει εμποδίσει την οικονομική ανάκαμψη της χώρας και, πάνω απ 'όλα, είναι η αιτία μιας μεγάλης επισιτιστικής και υγειονομικής καταστροφής. Πριν από το 1991, το Ιράκ διέθετε τις πιο σύγχρονες υποδομές και ένα από τα υψηλότερα πρότυπα διαβίωσης στη Μέση Ανατολή. Τα τελευταία 10 χρόνια, οι πετρελαϊκές υποδομές είναι μια έρημος και η γεωργική παραγωγή έχει παραλύσει από την κατάρρευση του τομέα των χουρμάδων και τις επιδημίες της κτηνοτροφίας. Τα τελευταία 10 χρόνια, μόνο το ήμισυ του πληθυσμού της χώρας είχε πρόσβαση σε πόσιμο νερό και η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι ανεπαρκής, αναγκάζοντας τη διοίκηση να διακόπτει συχνά την εγχώρια παροχή.

Ως αποτέλεσμα, είναι κατανοητό ότι το κατά κεφαλήν εισόδημα έχει μειωθεί στο μισό, ότι τα κρούσματα υποσιτισμού έχουν τριπλασιαστεί, ότι το 70% των Ιρακινών γυναικών πάσχουν από αναιμία και ότι ένα στα πέντε παιδιά ζυγίζει λιγότερο από 2,5 κιλά κατά τη γέννηση, ενώ το 1989, το ποσοστό ήταν μόνο ένα στα 25. Αυτός ο επερχόμενος πόλεμος, κυρίες και κύριοι, θα πλήξει πράγματι έναν λαό που είναι ήδη βαθιά τραυματισμένος από τον θάνατο περισσότερων από ενάμισι εκατομμυρίου παιδιών, λόγω ελλείψεων τροφίμων και φαρμάκων.

Πράγματι, το καθεστώς κυρώσεων που επιβλήθηκε στο Ιράκ από τις 6 Αυγούστου 1990 είναι το πιο αυστηρό στην ιστορία των Ηνωμένων Εθνών. Το υπέβαλε σε έναν πραγματικό οικονομικό αποικισμό μέσω του ψηφίσματος «Πετρέλαιο αντί τροφίμων» του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπου το Ιράκ έχει παρ' όλα αυτά τηρήσει σχολαστικά τις δεσμεύσεις του για το πετρέλαιο. Ωστόσο, λόγω της απάνθρωπης στάσης των Βρετανών και Αμερικανών εκπροσώπων στην Επιτροπή Κυρώσεων του ΟΗΕ, μόνο τα μισά από τα φάρμακα και τον ιατρικό εξοπλισμό που προβλέπονται στο πρόγραμμα έχουν παραδοθεί στη χώρα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ορισμένοι από τους αξιωματούχους του ΟΗΕ στο Ιράκ, υπεύθυνοι για την εφαρμογή του προγράμματος «Πετρέλαιο αντί τροφίμων», παραιτήθηκαν με τόσο ηχηρό ξέσπασμα πριν από λίγα χρόνια.Επιτρέψτε μου να παραθέσω έναν από αυτούς, τον κ. Ντένις Χάλιντεϊ: «Έχω λάβει εντολή να εφαρμόσω μια πολιτική που ανταποκρίνεται στον ορισμό της γενοκτονίας: μια σκόπιμη πολιτική που έχει ήδη σκοτώσει πάνω από ένα εκατομμύριο άτομα, παιδιά και ενήλικες»

Σε αυτό το δραματικό πλαίσιο γενοκτονίας, επιτρέψτε μου, κυρίες και κύριοι, να χαιρετίσω τη βοήθεια που παρέχεται σε αυτή τη χώρα από το 1995 από τον σύλλογο «SOS για τα παιδιά του Ιράκ», ο οποίος έχει χρηματοδοτήσει εν μέρει την αποκατάσταση ενός χειρουργείου σε ένα παιδιατρικό νοσοκομείο και έχει παραδώσει περισσότερους από 15 τόνους φαρμάκων, 3 ασθενοφόρα και 3 πλήρεις υπολογιστές. Αυτές οι ευεργετικές ενέργειες είναι δυστυχώς μόνο μια σταγόνα στον ωκεανό των δεινών του Ιράκ. Αυτά τα δεινά κινδυνεύουν να αποτελέσουν μόνο το προοίμιο πολλών άλλων δυστυχιών, εκεί αλλά και σε όλο τον κόσμο.

Πράγματι, ο επιτιθέμενος ξέρει πάντα πώς να βρίσκει προφάσεις για την κήρυξη πολέμου, αλλά σπάνια προβλέπει πώς θα καταλήξει. Ο πειρασμός της τρομοκρατίας μπροστά σε έναν πόλεμο που είναι άδικος ως προς τις αιτίες, τα μέσα και τους στόχους του θα δεκαπλασιαστεί. Η τρομοκρατία δεν είναι μόνο το όπλο των φτωχότερων, είναι επίσης το όπλο των πιο απελπισμένων. Ειδικά επειδή αυτός ο πόλεμος θα παρουσιαστεί από ορισμένους και θα γίνει αντιληπτός από πολλούς άλλους ως πόλεμος κατά του Ισλάμ. Τα συναισθήματα εκατοντάδων εκατομμυρίων Μουσουλμάνων, εξοργισμένων από τη διγλωσσία της Ουάσιγκτον, δεν λαμβάνονται υπόψη: μπορούμε να φανταστούμε το αποτέλεσμα μιας μόνο βόμβας που θα χτυπήσει ένα νοσοκομείο ή ένα σχολείο στη Βαγδάτη; Μπορούμε να φανταστούμε για ένα μόνο δευτερόλεπτο μια κυβέρνηση κατοχής να αποβιβάζεται από αμερικανικά αεροπλανοφόρα και στη συνέχεια να είναι σε θέση να επιβληθεί στον ιρακινό λαό; Σίγουρα, το πολιτικό μάρκετινγκ και η διαφημιστική εκστρατεία των μέσων ενημέρωσης μπορούν να καλύψουν μόνο για λίγο την πραγματικότητα των στόχων του επιτιθέμενου: να καταλάβει το γεωπολιτικό κέντρο του πετρελαίου.

Αλλά για πόσο καιρό θα δημιουργούν ψευδαισθήσεις τα προσχήματα της «τρομοκρατίας» ή της «αυτοκρατορίας του κακού»; Στην πραγματικότητα, η ιστορία φαίνεται να μην έχει διδάξει τίποτα στους δυτικούς ηγέτες, οι οποίοι για 70 χρόνια συμπεριφέρθηκαν στη Μέση Ανατολή όπως οι Κορτές στους Ίνκας: εδώ και χρόνια, αρπάζουν τον χρυσό και θέλουν να προσηλυτίσουν τους «άπιστους». Αν η τρομοκρατία δεν μπορεί ποτέ να δικαιολογηθεί, επειδή πλήττει αθώους ανθρώπους, ας αναγνωρίσουμε ότι η δυτική πολιτική της παρέχει νέο έδαφος αναπαραγωγής κάθε μέρα. Συζητούνται διάφορα σενάρια σχετικά με τη διάρκεια του πολέμου, την κατάρρευση του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν και την πιθανότητα μιας μετάβασης τύπου Αφγανιστάν. Ακόμα και με ένα αισιόδοξο σενάριο ενός σύντομου πολέμου, ποιο καθεστώς μπορεί να εγκατασταθεί στο Ιράκ; Για άλλη μια φορά, δεδομένου ότι μια διαβούλευση με τον λαό μπορεί να οδηγήσει μόνο σε αίτημα για την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από τον Κόλπο, μόνο ένα καθεστώς στρατιωτικής κατοχής είναι νοητό, με τους συναφείς περιορισμούς, τις απορρίψεις και τον λανθάνοντα εμφύλιο πόλεμο, με πιθανή μετάδοση της όλης κατάστασης προς τη Σαουδική Αραβία και το Ιράν.

Ας είμαστε σαφείς: η κατοχή μιας χώρας 25 εκατομμυρίων κατοίκων σε έναν εχθρικό κόσμο 150 εκατομμυρίων Μουσουλμάνων είναι ένα χαμένο στοίχημα και η πυρκαγιά στη περιοχή δυστυχώς θα γίνει αναπόφευκτη. Μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, η Κίνα εξακολουθεί να φαίνεται να διστάζει, αλλά η Ρωσία ανησυχεί, σκληραίνει τον τόνο της και απαιτεί την έγκριση του ΟΗΕ πριν από οποιαδήποτε εμπλοκή, καθώς ο Πρόεδρος Πούτιν συνειδητοποιεί ότι μια πυρκαγιά στο κατώφλι του είναι πιθανό να εξαπλωθεί στις μουσουλμανικές δημοκρατίες. Η Ευρώπη έχει αποκαλύψει τις διαιρέσεις της, θάβοντας τις ελπίδες που εναπόθεσαν οι τελευταίοι αφελείς άνθρωποι σε μία κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας. Ενώ η Γαλλία και η Γερμανία, για πρώτη φορά, έδειξαν κάποια απροθυμία απέναντι στην αμερικανική μονομερή προσέγγιση, οκτώ άλλες χώρες επέδειξαν σαφώς την άνευ όρων ευθυγράμμισή τους με την πολιτική της Ουάσιγκτον, παρόλο που όλες οι δημόσιες απόψεις, ευρωπαϊκές, αγγλικές, ασιατικές, αφρικανικές, ακόμη και αμερικανικές, αποκήρυξαν οποιαδήποτε στρατιωτική δράση που θα αναλάμβανε ο Μπους χωρίς την έγκριση του ΟΗΕ. Ακόμα και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αντιτάχθηκε. Παρά την αντίθεση αυτή, η Ουάσιγκτον επιμένει. Όλα αυτά δεν αποτελούν καλό οιωνό.

Τολμώ να ελπίζω ότι ο λαός των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, ένας σπουδαίος λαός, θα βρει τα μέσα να αναγκάσει την κυβέρνησή του να βγει από μια πολεμοχαρή υστερία που πηγάζει σε μεγάλο βαθμό από τις ενέργειες ανώτερων αξιωματούχων στο Πεντάγωνο. Το ελπίζω, γιατί φυσικά πρόκειται για ζήτημα ισορροπίας στον κόσμο, ειρήνης και διεθνούς ασφάλειας. Αλλά πέρα ​​από αυτές τις μερικές φορές κάπως αφηρημένες έννοιες, διακυβεύεται η σωτηρία του απλού ιρακινού λαού, στον οποίο επιθυμώ να απευθύνω από το Παρίσι, την πρωτεύουσα της Γαλλίας, ένα στοργικό μήνυμα ειρήνης και ελπίδας.

Κυρίες και κύριοι, ελπίζω ότι το μήνυμα της επίσκεψής σας και η δράση σας να αγγίξουν τις καρδιές των Ισχυρών.

Ελπίζω ότι αυτά τα λίγα περιστέρια που θα πετάξουν σύντομα θα παραμείνουν το σύμβολο της ειρήνης, η οποία, πέρα ​​από τις φιλοδοξίες και τα συμφέροντα των ανθρώπων, είναι η προϋπόθεση για ένα καλύτερο μέλλον.

Ας συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για τα παιδιά και τον λαό του Ιράκ, για το δίκαιο και τη δικαιοσύνη, γιατί, όπως είπε η Jany Le Pen, όσο υπάρχει ειρήνη, υπάρχει ελπίδα.





Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2025

Παλαιστίνη, μία σκλαβωμένη Γη: Διακήρυξη υπέρ του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των Παλαιστινίων

 





Τόσο οι φιλοσιωνιστές δεξιοί όσο και τα αδερφάκια τους οι αριστεροί, οι αυτοαποκαλούμενοι «ProPal», αποτελούν έναν επιβλαβή καρκίνο για τους Ευρωπαίους Εθνικοεπαναστάτες, στο καυτό θέμα που αφορά την Παλαιστινιακή υπόθεση. Οι πρώτοι, οι δεξιοί, βασίζονται στην γελοία πεποίθηση ότι το Ισραήλ είναι ένα δυτικό κράτος, μέρος ενός κοινού πολιτισμού που θα πρέπει το ίδιο να υπερασπιστεί. Έτσι εκτός από το ότι αποδεικνύονται αξιοθρήνητοι, θλιβεροί και πρόθυμοι να δικαιολογήσουν τη γενοκτονία, προσβάλλουν την Ευρώπη και την απέραντη ιστορία της, εμποδίζοντας την αναβίωσή της και εκθέτοντας την σε ένα συνεχώς αυξανόμενο μεταναστευτικό χάος. 

Οι δεύτεροι, οι αριστεροί, βασισμένοι στην ίδια υπόθεση με τους πρώτους - ότι το Ισραήλ είναι ένα κράτος λευκών Δυτικών - χρησιμοποιούν την Παλαιστινιακή υπόθεση για να προωθήσουν μια πονηρή, ηθικολογική προπαγάνδα, βαθιά αντιευρωπαϊκή και γεμάτη ενοχές και εγγυώμενοι στην de facto κυριαρχία του Ισραήλ, χωρίς να προσφέρουν καμία συγκεκριμένη βοήθεια στους Παλαιστίνιους. Εγκλωβισμένοι στα θλιβερά πολιτικά και ιδεολογικά τους όνειρα, ξαφνικά θυμήθηκαν σύνορα, πατρίδες και αντισιωνισμό!

Όπως πάντα, κάποιοι λίγοι, μακριά από όλους αυτούς, ενσαρκώνουν μια τρίτη θέση: Για μια ισχυρή Ευρώπη των λαών, ενός αληθινού σοσιαλισμού των Εθνών, υποστηρίζοντας την Παλαιστίνη, ενάντια στον σιωνιστικό, αμερικανικό και ρωσικό ιμπεριαλισμό, αλλά και ενάντια σε όλες τις τάσεις του Τρίτου Κόσμου και των μεταναστευτικών εισβολέων.

Και μέσα σε όλα αυτά, δεν πρέπει να ξεχνάμε ποιοι και ποιος ξεκίνησε τον αγώνα και την στήριξη για το Παλαιστινιακό. Πριν από πολλές δεκαετίες και με απόλυτη μυστικότητα, η φασιστική Ιταλία εργάστηκε εντατικά με σθένος και σχέδια, για να δημιουργήσει μια πατρίδα στους Άραβες της Παλαιστίνης. Δεν επρόκειτο μόνο για μια πολιτική υποστήριξη, αλλά για μια γνήσια υλική υποστήριξη. Μεταξύ 10 Σεπτεμβρίου 1936 και 15 Ιουνίου 1938, η φασιστική Ιταλία πλήρωσε στον Μεγάλο Μουφτή της Ιερουσαλήμ, ο οποίος ηγούνταν της εξέγερσης του Παλαιστινιακού λαού ενάντια στις βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις και την εβραϊκή μετανάστευση, περίπου 138.000 λίρες, ένα σημαντικό ποσό για την εποχή εκείνη. Αυτή η οικονομική συνεισφορά αποφασίστηκε από τον Mussolini μετά τον πόλεμο της Αιθιοπίας, όχι μόνο «λόγω της στάσης που έλαβε η Ιταλία απέναντι στον αραβικό εθνικισμό και για να ενοχλήσει τους Άγγλους», αλλά και σε ένδειξη τιμής στις αντιαποικιακές θέσεις του επαναστάτη σοσιαλιστή Mussolini και του πρώιμου φασισμού.

Εκτός από τα χρήματα, το Υπουργείο Εξωτερικών, αποφάσισε τότε να στείλει στους Παλαιστίνιους Μουτζαχεντίν μια σημαντική αποστολή όπλων και πυρομαχικών. Αυτό το υλικό που αποθηκεύτηκε για σχεδόν δύο χρόνια στο λιμάνι του Τάραντα της Νοτιου Ιταλιας, υποτίθεται ότι θα έφτανε, μέσω Σαουδαράβων μεσαζόντων στους Παλαιστίνιους, που συμμετείχαν στην πρώτη μεγάλη Ιντιφάντα για την ανατροπή του Χασεμιτικού βασιλείου της Υπεριορδανίας, τον τερματισμό του βρετανικού προτεκτοράτου, την παρεμπόδιση της άφιξης περαιτέρω Εβραίων και του σιωνιστικού σχεδίου στους Αγίους Τόπους.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, η Ιταλία ήταν το πρώτο Ευρωπαϊκό κράτος που υποστήριξε ενεργά τον αγώνα του παλαιστινιακού λαού για απελευθέρωση από τη βρετανική εντολή και το σιωνιστικό σχέδιο στους Αγίους Τόπους. Αυτό προκύπτει από την ανάλυση εγγράφων - επιστολών, σημειωμάτων και υπομνημάτων - από το γραφείο συντονισμού του Ιταλού Υπουργού Εξωτερικών και εκείνων που περιέχονται στην «Αλληλογραφία της Υπηρεσίας Στρατιωτικών Πληροφοριών σχετικά με διάφορα κράτη», που φυλάσσεται στα Αρχεία του Ιστορικού Γραφείου του Γενικού Επιτελείου Στρατού.

Kαι φυσικά, μετά από χρόνια, κάπου εκεί στη δεκαετία του 1970 και 1980, οι νεοφασιστική Ιταλική νεολαία, μακριά από ακροδεξιές και πατριωτικές αγκυλώσεις βουτηγμένες στο Ιουδαϊκό δηλητήριο, διαδήλωνε στους δρόμους υπέρ της Παλαιστίνης και ενάντια στον Αμερικανικό και Ισραηλινό ιμπεριαλισμό, ενώ η αριστερά ακόμη «θρηνούσε» τα εβραϊκά θύματα του Πολέμου... Συνθήματα όπως «Ο κάθε Παλαιστίνιος είναι ένας σύντροφος, ίδια χαρακώματα, ίδιος εχθρός» και «Οι πέτρες μας ενάντια στο μολύβι τους, σήμερα στην Παλαιστίνη, αύριο σε όλο τον κόσμο», έμειναν στην Ιστορία. Και εμείς συνεχίζουμε να φωνάζουμε. Παραμένουμε πιστοί σε όλα αυτά και αναγνωρίζουμε έναν μόνο κύριο εχθρό, τον Αμερικανισμό και τα επικίνδυνα παρακλάδια του, όπως η ακροδεξιά, που μονίμως λειτουργεί σαν πέμπτη φάλαγγα ενάντια στον σοσιαλισμό και το Έθνος. αγώνας των Παλαιστίνιων δεν μπορεί παρά να βρει την αλληλεγγύη μας,όχι μόνο επειδή είναι δίκαιος, αλλά και λόγω του παραδείγματος που θέτει για όλους τους νέους Ευρωπαίους,που στερούνται τη βαθύτερη ταυτότητά τους, ενάντια στο Ιουδαϊκό κτήνος με την στήριξη των δολοφόνων ΗΠΑ. Για τον Σοσιαλισμό και την Πατρίδα!



Υπογραφές

Σαμουράι της Δύσης (Κωνσταντίνος Μποβιάτσος, Τάσος Σοφούλης)

Συντακτική Ομάδα «Μαύρος Κρίνος»

Συντακτική Ομάδα «Μαύρες Λεγεώνες




Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2025

Ένα αντισιωνιστικό μέτωπο μετά τον πόλεμο των 6 ημερών από τον Henri Coston μέχρι τη Francoise Dior

 





Το 1969, επιχειρήθηκε μια τελική και εφήμερη πολιτική ένωση μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών του Ιουνίου του 1967, με τον αντισιωνισμό ως δογματική βάση και κοινή αξία μιας ακροδεξιάς που ήθελε να είναι πρωτίστως «επαναστατική» και αντίθετη στη Δύση, και ως εκ τούτου δεν δίστασε να ασπαστεί την παλαιστινιακή υπόθεση, κυρίως μέσω κοσμικών αλλά εξαιρετικά βίαιων κινημάτων όπως το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PFLP). Ένα Ενωμένο Αντισιωνιστικό Μέτωπο σχηματίστηκε στο Παρίσι στις 6 Φεβρουαρίου, την επέτειο της εθνικής διαδήλωσης στην Πλας ντε λα Κονκόρντ το 1934, αλλά και μια ημέρα που συμβολίζει τον θάνατο του συγγραφέα Ρομπέρ Μπραζιγιάκ, ο οποίος πυροβολήθηκε μετά την καταδίκη του σε θάνατο για συνεργασία το 1945.

Σε αυτό το Μέτωπο, που αντιτίθεται στη «σιωνιστική οντότητα», μια συμβατική έκφραση για τους αντιπάλους που είναι αποφασισμένοι να υποστηρίξουν την ίδια την ύπαρξη του εβραϊκού κράτους, συμμετείχε ο Henri Coston (1910-2001), διευθυντής του περιοδικού Lectures françaises, ομόφωνα εκλεγμένος πρόεδρος ήταν ο Pierre Sidos (1927-2020), συνιδρυτή των διαλυμένων κινημάτων Jeune Nation και Occident, ο οποίος θα παρουσίαζε την υποψηφιότητά του λίγους μήνες αργότερα στις προεδρικές εκλογές του 1969 μετά την παραίτηση του Στρατηγού Ντε Γκωλ, ο Hubert Biucchi, αντιπρόεδρο της Εταιρείας Φίλων του Εντουάρ Ντρουμόν, o Marc Fredriksen (1936-2011), ηγέτη της FANE (Federation d'action nationale et européenne) που ιδρύθηκε το 1966 και η Françoise Dior. Όλοι συμμετείχαν στην πρώτη γενική συνέλευση. Ο στόχος αυτού του συλλόγου, που δηλώθηκε στη νομαρχία του Παρισιού, είναι «η καταπολέμηση των εβραϊκών επιρροών και της σιωνιστικής προπαγάνδας». Ωστόσο το Μέτωπο δεν προχώρησε, πέρα ​​από την καταστατική του σύσταση. 

Αυτή η προσέγγιση μεταξύ της Françoise Dior και της FANE ήταν βραχύβια. Είναι πιθανό ο Marc Fredriksen να σκέφτηκε την ανάπτυξη του κινήματός του μέσω της γυναικείας εκπροσώπησης, αλλά είναι προφανές ότι η ισχυρή προσωπικότητα της Françoise Dior φαινόταν ασύμβατη, συμπεριλαμβανομένης σε ένα ιδιαίτερα πολύ αρρενωπό σύμπαν, που χαρακτηρίζει αυτό το κίνημα. Είναι επίσης ο απόλυτος πειρασμός της Françoise Dior, η οποία σκέφτεται να εγκατασταθεί στη Γαλλία, ακόμα κι αν παραμένει απαγορευμένη από το Παρίσι.





Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2025

Η Δεξιά και η Παλαιστίνη

 





Η δεξιά κάνει γενικά ένα σοβαρό λάθος στο παλαιστινιακό ζήτημα, ένα λάθος που αναδεικνύει όλες τις πολιτισμικές της αδυναμίες, οι οποίες προηγούνται των πολιτικών της αδυναμιών. Ο άκριτος δυτικισμός της, η υποταγή της σε νεοσυντηρητικά πλαίσια, και η υιοθέτηση σιωνιστικών θέσεων, ακόμη και σε θρησκευτικούς κύκλους με αντιισλαμικό τόνο, όλα δείχνουν την πλήρη αφομοίωσή της στο σιωνιστικό στρατόπεδο. Τα υπόλοιπα είναι απλός οπορτουνισμός και τακτικές για να παραμείνει στην εξουσία. Μέχρι πότε όμως;





Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2025

Όταν ο Μουσολίνι και ο Φασισμός είχαν ταχθεί υπέρ της Παλαιστίνης: Χρήματα και όπλα για την Αραβική Εξέγερση

 




Οι αφηγήσεις για την ιστορία του παλαιστινιακού ζητήματος συχνά προέρχονται μόνο μέσα από το πρίσμα των αγγλοσαξονικών μεγάλων δυνάμεων ή του Σιωνισμού. Ωστόσο, τη δεκαετία του 1930 η φασιστική Ιταλία ήταν το πρώτο ευρωπαϊκό κράτος που υποστήριξε έμπρακτα την αραβική εξέγερση στους Αγίους Τόπους. Όχι μόνο με διακηρύξεις, αλλά και με χρήματα, όπλα, άνδρες και σχέδια τόσο τολμηρά όσο και ασυνεπή.



Η διαίσθηση του 1921: Ο Μουσολίνι μιλάει για «παλαιστινιακό ζήτημα»

Δεν το γνωρίζουν όλοι, αλλά ο πρώτος φιλο-Παλαιστίνιος στην ιστορία δεν ήταν άλλος από τον Ντούτσε. Στο κοινοβουλευτικό του ντεμπούτο στις 21 Ιουνίου 1921, ο Μουσολίνι δήλωσε, μετά την ομιλία του Βενέδικτου ΙΕ΄«δεν είναι πλέον δυνατό να αγνοούμε την ύπαρξη ενός παλαιστινιακού ζητήματος» και προέτρεψε την κυβέρνηση να επιλέξει «είτε την σιωνιστική-αγγλική θέση είτε αυτή του Βατικανού». Υπενθύμισε τη Διακήρυξη Μπάλφουρ, τη βρετανική εντολή και μια σαφή δημογραφική εικόνα («600.000 Άραβες, 70.000 Χριστιανοί, 50.000 Εβραίοι») και τόνισε την αραβοχριστιανική ενότητα γύρω από τη Διάσκεψη της Γιάφα και τις ταραχές της 1ης και 14ης Μαΐου. Αλλά πάνω απ' όλα, κάλεσε τη Ρώμη να μην ακολουθήσει τη γραμμή του Λονδίνου, αλλά αντ' αυτού να υιοθετήσει μια «καθολική» προσέγγιση κοντά σε αυτή του Βατικανού. Για να αποφευχθεί οποιαδήποτε παρεξήγηση, ανοίγει μια παρένθεση: «Τα λόγια μου δεν πρέπει να ερμηνευθούν ως οποιαδήποτε υπόνοια αντισημιτισμού», αναγνωρίζοντας τη θυσία των Ιταλών Εβραίων στον πόλεμο. Πρόκειται μάλλον για ένα στρατηγικό πλαίσιο παρά για ένα επιχειρησιακό σχέδιο, αλλά είναι ένα πρώιμο και σαφές πλαίσιο. Ο Μουσολίνι, ωστόσο, είναι απόλυτα εύστοχος σε ένα πολιτικό σημείο: το 1921, η Παλαιστίνη δεν ήταν ακόμη το ζήτημα του εικοστού αιώνα, κι όμως ο μελλοντικός Ντούτσε την παρουσίασε ως ένα πεδίο δοκιμών για τη θέση της Ιταλίας μεταξύ Σιωνισμού, Αγγλίας, Βατικανού και Ανατολικού Χριστιανισμού. Μια επιλογή πλευρών που ανακοινώθηκε ρητά, με προσοχή στην πραγματική ισορροπία δυνάμεων επί του τόπου.



1936–1938: Χρήματα, Δίκτυα και Υλικά. Η Ιταλία στην Πρώτη Ιντιφάντα

Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, η διάγνωση έγινε μια ισχυρή πρακτική. Όπως προκύπτει με βάση τα αρχεία (Φαρνεζίνα και Γενικό Επιτελείο), μεταξύ 10 Σεπτεμβρίου 1936 και 15 Ιουνίου 1938, η Ρώμη πλήρωσε τον Μεγάλο Μουφτή της Ιερουσαλήμ, Χατζ Αμίν αλ-Χουσεΐν, περίπου 138.000 λίρες -ένα τεράστιο ποσό για την εποχή- για να τροφοδοτήσει μια γενική απεργία και μια ένοπλη εξέγερση ενάντια στην βρετανική εξουσία και την αυξανόμενη εβραϊκή μετανάστευση. Ταυτόχρονα, μέσω της SIM, μια αποστολή όπλων και εκρηκτικών παρασκευάστηκε στον Τάραντα (4.248 βελγικά τουφέκια με 7 εκατομμύρια φυσίγγια, 40 πολυβόλα St. Étienne, 25 τόνοι δυναμίτη, 150.000 καψούλια και 150.000 μέτρα φυτίλι), που αγοράστηκαν από το Βέλγιο και προορίζονταν -μέσω Σαουδαράβων μεσαζόντων- για τους Παλαιστίνιους μουτζαχεντίν. Το υλικό παρέμεινε αποθηκευμένο για μεγάλο χρονικό διάστημα λόγω υλικοτεχνικών δυσκολιών κατά μήκος της διαδρομής του θαλάσσιου καραβιού, χωρίς να φτάσει στον προορισμό του. Ο φάκελος περιλαμβάνει επίσης αντισυμβατικά σχέδια (που αργότερα ματαιώθηκαν), όπως δολιοφθορά, ακόμη και μόλυνση του υδραγωγείου του Τελ Αβίβ: ένα «σημείωμα προς τον Ντούτσε» με ημερομηνία 10 Σεπτεμβρίου 1936 φέρει τα αρχικά και τη σφραγίδα του Μουσολίνι. Το σύνολο αποκαλύπτει μια συγκεκριμένη στάση: να χτυπηθεί η Αγγλία στο Λεβάντε, να αποκτήσει η Ιταλία κύρος μεταξύ των Αράβων εθνικιστών, να ανταγωνιστεί τη Γερμανία για την ηγεμονία επί του αντιαποικιακού αγώνα και -στην καλύτερη περίπτωση- να αναλάβει την εντολή στη Μέση Ανατολή ή δευτερευόντως να αποκτήσει διεθνές κύρος.


Ο Μουσολίνι και η ιδέα του: «Δύο λαοί, δύο κράτη»

Μέχρι το 1936, ο Μουσολίνι διατύπωσε και μια άλλη υπόθεση: ένα είδος πρώιμης διχοτόμησης. Δύο λαοί, δύο κράτη, κατά το μοντέλο που δεκαετίες αργότερα θα γινόταν ένα διεθνές σύνθημα: μια μεγαλύτερη αραβική Παλαιστίνη στα βόρεια, μια μικρότερη εβραϊκή οντότητα νότια της Ιερουσαλήμ. Η ιδέα πέθανε με το τέλος των αραβικών εξεγέρσεων, όταν τα αποτελέσματα επί τόπου φάνηκαν ασυνεπή. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, ο Ντούτσε ακολούθησε αποφασιστικά το φιλοαραβικό και πανισλαμικό μονοπάτι, ειδικά με αντιβρετανική εστίαση. Η πολιτική του Μουσολίνι -προφανώς- δεν ήταν ποτέ απλή. Παράλληλα με την υποστήριξή του στην αραβική εξέγερση, αναδύθηκαν και οι σχέσεις με τον Σιωνισμό. Το 1934-36, ο Ντούτσε συναντήθηκε με τον Χάιμ Βάιζμαν, ηγέτη του κινήματος, και διατήρησε επαφές με το δεξιό Αναθεωρητικό Κόμμα. Υπήρξαν ακόμη και συζητήσεις για τη διευκόλυνση της εβραϊκής μετανάστευσης στην Παλαιστίνη ή για την εξέταση δημιουργίας εβραϊκών οικισμών στην Αβησσυνία. Φιλόδοξα έργα, τα οποία ακυρώθηκαν από τη σιωνιστική δυσπιστία και τους φόβους απώλειας της υποστήριξης του αραβικού κόσμου. Ο ιστορικός Ρέντσο Ντε Φελίτσε το έχει τονίσει αυτό: Ο Μουσολίνι διατήρησε το «εσωτερικό εβραϊκό ζήτημα» και το «διεθνές σιωνιστικό ζήτημα» ξεχωριστά. Τελικά, ωστόσο, επικράτησε η μεσογειακή λογική: η χρήση της Παλαιστίνης ως μοχλού για την άσκηση πίεσης κατά του Λονδίνου. Και αργότερα, στη συνάντηση του 1942 με τον Μεγάλο Μουφτή, ο Μουσολίνι διευκρίνισε για τους μεταγενέστερους: «Αν οι Εβραίοι το θέλουν, ας ιδρύσουν το Τελ Αβίβ στην Αμερική».


Ρώμη και Βερολίνο εναντίον Λονδίνου

Τα χρόνια του πολέμου της Αιθιοπίας και η νίκη του 1936 έδωσαν στη Ρώμη ένα απροσδόκητο κύρος στον ισλαμικό κόσμο. Ο Μουσολίνι γιορτάστηκε ως «προστάτης του Ισλάμ», έλαβε το «σπαθί του Ισλάμ» στην Τρίπολη, έχτισε νοσοκομεία στην Υεμένη και μετέδιδε το Ράδιο Μπάρι στα αραβικά. Η φασιστική Ιταλία παρουσιάστηκε ως μια αυτοκρατορική και αντιβρετανική εναλλακτική λύση. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι το 1937, στη Γιάφα, με την ευκαιρία της γέννησης του Προφήτη, οι δρόμοι γέμισαν με σημαίες με σβάστικες και πορτρέτα του Μουσολίνι και του Χίτλερ δίπλα-δίπλα. Σε αυτό το σημείο, το Λονδίνο έπρεπε επίσης να επανεξετάσει τη θέση του. Η αγγλική αδιαλλαξία ράγισε μπροστά στα στοιχεία που αποδείκνυαν ότι η Ιταλία και η Γερμανία δεν ήταν πλέον δευτερεύοντες παίκτες που έπρεπε να περιθωριοποιηθούν, αλλά δυνάμεις από τις οποίες εξαρτιόταν η ισορροπία δυνάμεων στη Μεσόγειο. Έτσι ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις: αφενός, αναγνώριση της Ιταλικής Αυτοκρατορίας στην Αιθιοπία, αφετέρου, προσάρτηση της Αυστρίας από το Τρίτο Ράιχ. Αλλά τα ζωτικά ζητήματα παρέμειναν στο τραπέζι - η Ερυθρά Θάλασσα, το Σουέζ, η Λιβύη, η λίμνη Τάνα - και εκεί οι Ιταλοί διαπραγματευτές επέδειξαν όλη τους τη δύναμη, απαιτώντας να τους ζητηθεί η γνώμη για οποιοδήποτε πιθανό νέο καθεστώς στην Παλαιστίνη. Ο Μουσολίνι αρνήθηκε να δεχτεί την εμφάνιση ενός εβραϊκού κράτους υπό τη βρετανική ομπρέλα, που προοριζόταν να γίνει στρατιωτική βάση που θα εξυπηρετούσε το Λονδίνο. Απαίτησε γραπτές εγγυήσεις, επιβεβαίωσε την πίστωση που είχε συσσωρεύσει στους Άραβες και αναδείχθηκε ενισχυμένος πολιτικά και από άποψη προπαγάνδας. Οι «Συμφωνίες του Πάσχα» της 16ης Απριλίου 1938 επικύρωσαν την αναγνώριση από τη Βρετανία της κατάκτησης της Αιθιοπίας και την αποχώρηση των ιταλικών δυνάμεων από την Ισπανία μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου. Η Γαλλία συμφώνησε λίγο αργότερα.


Μετά τον Μουσολίνι έρχεται η Γιάλτα

Η ιστορία της φασιστικής Ιταλίας στο παλαιστινιακό ζήτημα έληξε με τις Πασχαλινές Συμφωνίες του 1938 και την είσοδό της στον πόλεμο δίπλα στη Γερμανία. Από εκείνη τη στιγμή, η Ρώμη θα απορροφηθεί σε μια παγκόσμια σύγκρουση δίπλα στο σύμμαχο της, την Γερμανία. Το παλαιστινιακό ζήτημα, ωστόσο, δεν εξαφανίστηκε: έγινε η αρένα όπου οι δύο νέες υπερδυνάμεις, νικήτριες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αναμετρήθηκαν. Όταν το Κράτος του Ισραήλ ανακήρυξε την ανεξαρτησία του τον Μάιο του 1948, η Σοβιετική Ένωση του Στάλιν ήταν η πρώτη που το αναγνώρισε, τρεις ημέρες αργότερα. Η Μόσχα, η οποία μέχρι τη δεκαετία του 1920 είχε απορρίψει τον Σιωνισμό ως αστικό, είχε ήδη ανοίξει την υποστήριξ της με την πρόταση για «εβραϊκή αυτονομία» στην Μέση Ανατολή και στη συνέχεια με το ψήφισμα 181 του ΟΗΕ, το οποίο ζητούσε τη διχοτόμηση της Παλαιστίνης σε δύο κράτη. Εκεί που, τη δεκαετία του 1930, η φασιστική Ιταλία είχε προσπαθήσει να παίξει τον ρόλο της ως μεσογειακή δύναμη, τώρα άνοιξε ένα παγκόσμιο μέτωπο, που κυριαρχείται από τη σκιά της Γιάλτας. Σήμερα, περισσότερα από εκατό χρόνια μετά την πρώτη ομιλία του Μουσολίνι στη Βουλή, το «παλαιστινιακό ζήτημα» είναι πιο επίκαιρο από ποτέ.


Sergio Filacchioni