«Αλλά γιατί τα αστικά κόμματα, µε την αριθμητική τους αδυναμία και μικρότητα καθώς και την έλλειψη δραστηριότητας και αληθινής επιθετικότητας στο εσωτερικό, δεν κατάφεραν να αλλάξουν την μοίρα τόσο το 1918 όσο και αργότερα; Θα ήθελα να σας αναφέρω πολύ συνοπτικά τους λόγους.
Πρώτον, η αναγνώριση της αρχής της πλειοψηφίας στα κοινοβούλια εξασφαλίζει την αποτελεσματικότητα µιας αρχής σύμφωνα µε την οποία µόνο µια πλειοψηφία ανθρώπων µπορεί να φέρει αλλαγή στα πράγματα. Αυτή την πλειοψηφία όµως τα αστικά κόμματα δεν μπόρεσαν ποτέ να την κερδίσουν. Δεν μπόρεσαν να την αποκτήσουν γιατί η αστική τάξη σχηματίζεται κατά κύριο λόγο από την κατοχή πνευματικών και υλικών αγαθών, δηλαδή από την περιουσία καθεαυτή και την ευφυΐα. Αλλά και τα δύο σε αυτόν τον κόσµο εἶναι παρόντα µόνο στη μειοψηφία. Ένα πολιτικό κίνημα που βασίζεται µόνο σε αυτές τις δύο βάσεις είναι βέβαιο ότι θα παραμείνει στη μειοψηφία και ως εκ τούτου είναι καταδικασµένο στην ασηµαντότητα σε ένα σύστημα που επιτρέπει µόνο στην πλειοψηφία των αριθμών να κυβερνά.
Δεύτερον, κατ’ αρχήν, ο δρόμος προς την εξουσία παραμένει κλειστός για τα αστικά κόμματα για το μέλλον, γιατί πάνω τους εκδικούνται οι αμαρτίες των πατέρων τους. Αυτά που διέπραξαν οι προηγούμενες γενιές κατά τη διάρκεια δεκαετιών µε τη στάση τους απέναντι στη μεγάλη μάζα είναι η αιτία µιας αιώνιας εκδίκησης. Για πάρα πολλά χρόνια δεν είχαν λάβει υπόψη τους τις ανάγκες της πλατιάς μάζας, δεν νοιάζονταν για εκείνη. Για πάρα πολλά χρόνια κανείς δεν καταλάβαινε την έλλειψη των δικαιωμάτων τους. Απλως αναρωτηθείτε, ποιο κόμμα ασχολήθηκε µε αυτούς τους ανθρώπους πριν από 60 ή 70 χρόνια; Ποιο κόμμα μπήκε στα εργοστάσια, στα εργαστήρια και στους δρόμους;
Κανένα από αυτά τα αστικά κινήματα. Όλα απέφευγαν τις πλατιές μάζες και μόνο όταν από μόνη της η επιθυμία για ίσα δικαιώµατα προσπάθησε να οργανωθεί πολιτικά και ο Ιουδαϊσμός µε την πονηριά του πήρε τα ηνία στα χέρια του, άρχισε να γίνεται αντιληπτό στην δεξιά πλευρά ότι µια νέα δύναμη στο κράτος είχε αρχίσει να σχηματίζεται, µια νέα τέταρτη θέση.
Για πάρα πολλές δεκαετίες κανένας δεν έβλεπε αυτούς τους φτωχούς εθνοσυντρόφους, παρέμεναν ξένοι για αυτούς και έχασαν κάθε ενδιαφέρον για αυτούς, ώσπου αφενός η ταξική υπερηφάνεια και αφετέρου η ταξική παραφροσύνη δημιούργησαν εκείνο το αγεφύρωτο χάσμα µε το οποίο ο γερμανικός λαός έπρεπε να υποστεί τελικά την καταστροφή του. Γιατί σαν αντίδραση στην αλαζονεία του καθεστώτος από την άλλη πλευρά ήρθε η οργανωμένη ταξική ιδέα, οι μάζες υποκινούνταν συστηματικά, και αυτό ακριβώς από τον λαό, για τον οποίο ο αληθινός Θεός δεν είχε σκοπό να φέρει ευλογίες στην πλατιά του μάζα, αλλά αντίθετα έβλεπε σε αυτή τη μάζα μόνο τους βηματοδότες του δικού τους οφέλους.
O ίδιος Εβραίος που από τη µια είχε φέρει τις χειρότερες συνήθειες στην αστική τάξη σαν προίκα, ήταν τώρα ο ίδιος Εβραίος που από την άλλη µεριά διήγειρε και προέτρεπε τις μάζες και κάθε λάθος που έκανε ο ένας, το έδειχνε στον άλλο σε ένα χιλιάδες φορές παραμορφωμένο μέγεθος.
Ήταν ο ίδιος ο Εβραίος που από τη µια πλευρά σαν καπιταλιστής τύραννος οδηγούσε τις μάζες στην απόγνωση και από την άλλη αύξανε αυτή την απόγνωση μέχρι τελικά να γίνουν αρκετά ώριμες για να γίνουν όργανο στην γροθιά του. Στην αστική τάξη όµως έλειπε ακόμα ένα πράγμα για να κερδίσει τις πλατιές μάζες. Και αυτός είναι ένας από τους σημαντικότερους λόγους για τους οποίους δεν έβρισκε πια τον δρόμο της προς το λαό.
Γιατί το κλειδί για την καρδιά του λαού δεν είναι το «παρακαλώ», αλλά η δύναμη.
Άρα της λείπει η δύναμη που μόνο εκείνη είναι ικανή να κυριεύσει τη μάζα ενός λαού, δηλαδή η φανατική πίστη και η φανατική πεποίθηση, για τον αδίστακτο αγώνα για ένα ιδανικό και πάνω από όλα ένα πράγμα: η συνειδητοποίηση ότι αν θέλεις να πετύχεις κάτι το σωστό, το καθήκον σε υποχρεώνει να χρησιμοποιήσεις κάθε µέσο για να το πετύχεις.
Τα αστικά κόμματα είναι γεννημένοι πασιφιστικοί σύλλογοι. Αλλά αυτό δεν τους στερεί µόνο την επιθετική δύναμη και την επιθυµία για επίθεση, αλλά και κάθε δυνατότητα επίθεσης. Γιατί όποιος θέλει να αλλάξει µια κατάσταση πρέπει να επιτεθεί και να μην περιμένει μέχρι να του επιτεθούν. Αυτό όµως ήταν το πιο σοβαρό λάθος αυτών των πολιτικά οργανωμένων κινημάτων. Ποτέ δεν επιτέθηκαν οι ίδιοι, αλλά ήταν πάντα χαρούμενοι που δεν τους επιτέθηκαν.
Ποτέ δεν είχαν το θάρρος να πουν: Εκεί είναι ο στόχος µας, εκεί είναι ο εχθρός, και τώρα πάνω του να τον νικήσουμε: και μόνο τη μέρα που θα πέσει και ο τελευταίος η νίκη µας θα εἰναι σίγουρη. Όχι, όχι ήταν ικανοποιημένοι όταν στις επόμενες εκλογές του Ράιχσταγκ η μοίρα δεν τους χτυπούσε πολύ σκληρά, όταν κατάφερναν να σώσουν µια ντουζίνα ακόµη έδρες, και τελικά συνέχιζαν να λένε, ότι ήλπιζαν ο αντίπαλος να κάνει τόσο μεγάλα λάθη τα επόμενα χρόνια, που ο κόσμος θα τον βαρεθεί πάλι και ότι το κίνημα θα ξαναβρεί την επιτυχία που του κλέψανε με την εκλογή εννέα ακόµη βουλευτών. Γιατί αυτός ήταν ο στόχος των αγώνων αυτών των κινημάτων.
Φυσικά, δεν μπορούσαν να επιτεθούν, ήταν δεσμευμένοι µε την ιδιοκτησία, και αυτή, είτε είναι πνευματική είτε υλική, πάντα παραλύει την επιθετικότητα. Αλλά και επιπλέον δεν ήθελαν να επιτεθούν. Ήταν πολύ «καθώς πρέπει», ήταν πολύ «ευγενείς».
Η άσχημη μυρωδιά που ανεβαίνει από τις μαζικές συγκεντρώσεις, πληγώνει τους κυρίους. Οι μπυραρίες δεν τους άρεσαν και αισθάνονται πόνο ακόµη και σήμερα όταν οι μπυραρίες μεταμορφώνονται σε κάτι μεγαλύτερο, αν και θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε τι είναι καλύτερο, ένα κοινοβούλιο ή ένα πανδοχείο;
...Και κάπως έτσι επιλέχθηκε το όνοµα Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα.
«Εθνικοσοσιαλιστικό» γιατί ενσαρκώνει τον ανώτατο στόχο του κινήματος, τη σύνδεση της πιο ζωντανής εθνικής δύναμης µε την πιο αγνή σοσιαλιστική βούληση. Ήμασταν πεπεισμένοι ότι η καρδιά των μαζών δεν μπορεί να κερδηθεί μόνο µε ζητωκραυγές: οι μάζες πρέπει να είναι βέβαιες ότι στα μάτια του λαϊκού µας κινήματος όλοι θεωρούνται και σαν εθνοσύντροφοι, ότι δεν θέλουμε να μοιράζονται ρουσφέτια, αλλά να κατοχυρώνονται δικαιώµατα. Και ότι δεν βλέπουμε το μέλλον του λαού µας σε µια μονόπλευρα καλλιεργημένη νοημοσύνη, αλλά σε έναν υγιή λαό.
Το λέγαμε και Γερμανικό Εργατικό Κόμμα. Σε αυτό έμπαιναν μόνο εκείνοι που δεν ντρέπονταν να πουν, είμαι κι εγώ εργάτης, ένας δημιουργικός άνθρωπος. Γιατί όποιος δεν έχει μάθει ακόµα να προφέρει αυτή τη λέξη µε σεβασμό, μα τον αληθινό Θεό, δεν είναι ο καλύτερος Γερμανός. Και γι’ αυτό επιλέξαμε σαν σύμβολό μας τον αγκυλωτό σταυρό σε λευκό πλαίσιο µε κόκκινο φόντο. Και αυτό το έμβλημα πρέπει να εκφράζει το μοναδικό µας στόχο: O αγκυλωτός σταυρός σαν σύμβολο της εργασίας, το άσπρο σαν ένδειξη του εθνικού µας αισθήµατος και το κόκκινο σαν ένδειξη της αληθινής σοσιαλιστικής µας σκέψης. Στο σταυρό όµως πρέπει να αποδοθεί και µια άλλη έννοια, δηλαδή το πνεύμα που από µόνο του σημαίνει εργασία σε αυτόν τον κόσμο, το πνεύμα του ιδεαλισμού της Άριας αντίληψης και όχι το πνεύμα του Εβραίου.
Είναι λοιπόν και το σύμβολο µε το οποίο αγωνιζόμαστε ενάντια σε αυτή την παγκόσμια επιδημία και την παγκόσμια δηλητηρίαση. Από αυτό όμως προέκυψε και η στάση µας απέναντι στο Κοινοβούλιο. Τότε απορρίψαµε το Κοινοβούλιο, γιατί; Το νεανικό κίνημα δεν ήθελε να αποκτήσει βουλευτές, αλλά να εκπαιδεύσει μαχητές. Εκείνη την εποχή πίστευε ότι ήταν πολύ νωρίς για να πάμε σε τέτοια µέρη και ότι αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα είναι ομιλητές, υποκινητές κι απόστολοι που θα βγαίνουν στις μάζες για να διαδώσουν το νέο δόγμα, να προσπαθήσουν να τις παρασύρουν, να τις οργανώσουν και έτσι να αποκτήσουμε νέα κύτταρα για την ενίσχυση και την επέκταση του κινήματος. Το πρόγραμμα όμως θα έπρεπε να είναι μόνο η λογική συμπλήρωση αυτής της τάσης. Ένα άστρο-οδηγός µε το οποίο δεν θα είχαμε στο μυαλό µας το ερώτημα: τι θέλετε αύριο ή μεθαύριο, αλλά θα πρέπει να καθορίζει την ηγεσία του κινήματος για πολλές δεκαετίες. Ιδέες που είναι ηθικές, αθάνατες και άφθαρτες και που θα πρέπει να φωτίζουν ομοιόμορφα τους ανθρώπους για τους επόμενους αιώνες. Οι φορείς όμως αυτών των ιδεών πρέπει να είναι άτοµα. Εκείνη την εποχή ήμασταν ήδη πεπεισμένοι ότι ο αγώνας του Ιουδαϊσμού δεν στρεφόταν µόνο εναντίον της ίδιας της φυλής, αλλά και ενάντια στην πιο ζωντανή της επίδραση, το άτομο. Ακριβώς γι’ αυτό όµως αντικαταστήσαµε την ιδέα της εβραϊκής πλειοψηφίας µε την πίστη στην αξία της προσωπικότητας. Κάπως έτσι ξεκίνησε κάποτε το κίνημα το έργο του. Το να επανορθώσει όσα δεν κατάφεραν τα αστικά µας κόμματα. Πάνω από όλα, όµως, ήθελε να μπει στις μάζες για να διασφαλίσει ότι εκεί θα εξαπλωθεί ένα πραγµατικό εθνικό αίσθημα».
ΠΗΓΗ: Πατήστε στην εικόνα
Διαβάστε επίσης: Ο Αδόλφος Χίτλερ για την ματαιοτήτα του κοινοβουλευτικού αγώνα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου