Πέμπτη 21 Ιουλίου 2022

Η πτώση του Έρνστ Ρέμ

 


Το κείμενο που ακολουθεί περιέχει κάποια σημαντικά αποσπάσματα από το βιβλίο του Συντηρητικού Επαναστάτη, Ernst von Salomon, «Der Fragebogen» και συγκεκριμένα από τον διάλογο του με τον νομικό σύμβουλο των SA και επιφανή εθνικοσοσιαλιστή δικηγόρο Walter Luetgebrune. Ο Luetgebrune είχε αναπτύξει λόγω του αξιώματος του στενή επαφή με τον Έρνστ Ρέμ γνωρίζοντας έτσι αρκετά για τη δραστηριότητα του, τη προσωπικότητα του και τον χαρακτήρα του. Μετά τη Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών συνελήφθη με την εντελώς ανυπόστατη κατηγορία της συμμετοχής στο «πραξικόπημα του Ρεμ» αλλά λίγο καιρό αργότερα αφαίθηκε ελεύθερος αφότου αποδείχθηκε η αθωότητα του. Παρόλα αυτά αποβλήθηκε από το NSDAP και την Εθνικοσοσιαλιστική Ένωση Δικηγόρων, στην οποία ωστόσο θα ξαναγίνει μέλος το 1938. Μέσω αυτού του διαλόγου αποκαλύπτονται αρκετές ενδιαφέρουσες ιστορικές λεπτομέρειες σχετικά με τα συμβάντα που οδήγησαν στη τραγική Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών καταρρίπτωντας έτσι τις ακροδεξιές παραφιλολογίες που κυριαρχούν μέχρι σήμερα. 


«...Συγκέντρωσα όλες τις αναφορές που μπόρεσα να βρω σχετικά με τις 30 Ιουνίου 1934. Ένα όνομα που μάταια κυνηγούσα παντού ήταν αυτό του παλιού μου υπερασπιστή Δρ. Luetgebrune. Δεν τον είχα δει από τότε που με έβγαλε από τη φυλακή με αφορμή την εμπλοκή μου στο «Αγροτικό Κίνημα». Αλλά είχα δει σε κάποιο έντυπο μία φωτογραφία του, με τον ίδιο να συμμετέχει σε μία παρέλαση των SA φορώντας τη στολή του SA Group Leader. Ένα χρόνο μετά τις 30 Ιουνίου 1934, νόμιζα πως επιτέλους τον είδα σε ένα ταξί που πέρασε τυχαία από μπροστά μου σε ένα δρόμο του Βερολίνου. Δεν μπορούσα όμως να είμαι σίγουρος ότι ήταν αυτός. Τηλεφώνησα στον Muthmann τον οποίο ο Luetgebrune είχε επίσης υπερασπιστεί κάποια στιγμή στη δίκη του Neumuster. Ο Muthmann μου υποσχέθηκε να ξεκινήσει έρευνες. Την επόμενη κιόλας μέρα με πήρε πίσω. Ο Δόκτωρας βρισκόταν πραγματικά στο Βερολίνο μετά από μήνες φυλάκισης. Ο Muthmann μου έδωσε τη διεύθυνση του και πήγα να τον βρω αμέσως. 



Καθώς μπήκα μέσα εκείνος σηκώθηκε και εγώ έπαθα σοκ. Μπροστά μου στεκόταν ένας γέρος που φαινόταν να έχει εξέλθει από απίστευτες δυσκολίες. 


- «Δόκτωρα - με αναγνωρίζετε;»


Με κοίταξε επίμονα και είπε


- «Ναι, ναι!»


Άναψα το φως και ο δόκτωρας άνοιξε τη πόρτα ενός μεγάλου δωματίου. Το πάτωμα ήταν καλυμμένο με σκισμένα βιβλία. Στο κέντρο στεκόταν ένα τεράστιο στρογγυλό τραπέζι γεμάτο με χαρτιά. Στη γωνία βρισκόταν ένα ιερό με μία ανοιχτή βίβλο του Γουτεμβέργιου. Ο δόκτωρας ήταν πιστός χριστιανός της Μεταρρυθμισμένης Εκκλησίας.


- «Δόκτωρα υπάρχει κάτι που μπορώ να κάνω για εσάς;»


- «Τελείωσα, είμαι εντελώς τελειωμένος. Με τελείωσαν!»


Είδα ένα σορό από χαρτιά στο τραπέζι, μεγάλα και μικρά φύλλα, όλα εντελώς λευκά. Το καθένα ήταν υπογεγραμμένο είτε με «Αδόλφος Χίτλερ» είτε με «Έρνστ Ρέμ». 


«Τι είναι αυτά;» ρώτησα.


Ο δόκτωρας πήρε ένα φύλλο με τρεμάμενο χέρι και είπε


«Είναι υπογραφές εν λευκώ. Έπρεπε πάντα να δείχνω την πλήρη εξουσία μου για τις υποθέσεις που χειριζόμουν. Έτσι ο Χίτλερ και ο Ρεμ μου έδωσαν αυτά τα λευκά φύλλα για να τα συμπληρώσω όποτε χρειαζόταν. Ήμουν νομικός σύμβουλος στην Ανωτάτη Διοίκηση των SA». Επανέλαβε «...νομικός σύμβουλος». 


Είπα:


«Σε παρακαλώ δώσε μου μερικά δόκτωρα. Μπορώ κάπως να τα χρησιμοποιήσω».


«Πως;» ρώτησε


«Φανταστείτε αν ο Χίτλερ έπαιρνε κάθε μέρα ένα γράμμα που έλεγε: Αγαπητέ Αδόλφο είμαι εδώ στη κόλαση. Πότε θα έρθεις να με βρείς; Δικός σου, Έρνστ Ρεμ. Ή τι πιστεύετε για αυτό; Μία επιστολή που θα υπογράφεται αδιαμφισβήτητα από τον αγαπημένο μας Φύρερ και θα απευθύνεται σε κάθε γραφέιο του Κόμματος στη χώρα: Κάθε λέξη που έχω ξεστομίσει τα τελευταία δεκατέσσερα επαίσχυντα χρόνια ήταν ψέμα. Τώρα όμως αναγνωρίζω την αλήθεια είμαι ο μεγαλύτερος προδότης στην ιστορία του κόσμου. Διαλύω το Κόμμα και παραχωρώ τη Γερμανία στα χέρια....Ποιών...Ποιών δόκτωρα;»


O δόκτωρας είχε συλληφθεί καθώς παρακολουθούσε ένα σενάριο νομικών στη Κεντρική Γερμανία. Συνελήφθη χωρίς να ξέρει το γιατί. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο Βερολίνο μία μέρα αφότου πυροβολήθηκαν και οι τελευταίοι άνδρες των SA. Το γεγονός αυτό του έσωσε τη ζωή. Οι ανακρίσεις στις οποίες υποβλήθηκε ήταν τόσο γκροτέσκες όπως και οι κατηγορίες που του απαγγέλθηκαν. Ως SA Group Leader υπήρχαν βάσιμες υποψίες ότι συμμετείχε στο λεγόμενο «Πραξικόπημα του Ρεμ». Η μυθοπλασία περί πραξικοπήματος διατηρούταν αυστηρά. Ο δόκτωρας μπορούσε να αποδείξει ότι, ενώ ο ίδιος δεν ήταν μέλος του Κόμματος, ο Ρεμ του είχε δώσει τον βαθμό και το δικαιώμα να φοράει τη στολή απλά για να μπορεί να χρησιμοποιεί την εξουσία που απαιτούνταν στα γραφεία της Ανωτάτης Διοίκησης των SA. Ο δόκτωρας απέδειξε ότι είχε φορέσει τη στολή μόνο μία φορά, ότι δεν ασχολήθηκε ποτέ με κανένα άλλο θέμα εκτός από τα νομικά, ότι ουδέποτε κλήθηκε σε πολιτικές συζητήσεις και ότι μόνο περιστασιακά είχε επαφές με τους ηγέτες των SA συζητώντας αποκλειστικά για νομικά θέματα. Κατόπιν τούτου κατηγορήθηκε ότι δεν εκπλήρωσε το καθήκον του ως SA Group Leader διότι αλλιώς θα έπρεπε να γνώριζε για την επικείμενη πράξη εσχάτης προδοσίας. Η λογική αυτή ήταν του διαβόλου. Η ζωή του κρεμόταν από μία κλωστή. Εν τω μεταξύ ο Ες είχε ήδη ξεκινήσει τα ταξίδια για να ζητήσει συγνώμη από τους συγγενείς των δολοφονηθέντων. Για μήνες ο Luetgebrune μεταφερόταν από φυλακή σε φυλακή, ανακρινόταν ξανά και ξανά και τελικά μετά από μήνες αφέθηκε ελεύθερος. 


Ο δόκτωρας είχε καλή γνώμη για τον Ρεμ. Ο Ρεμ είχε μία στρατιωτική σκληρότητα, όπως συνέβαινε με τους παλιούς μισθοφόρους. Διέθετε επίσης μία αξιοσημείωτη μορφή ανεκτικότητας, μία ανεκτικότητα που επιτρέπει τον θαυμασμό ενός αντιπάλου απλώς για να τον πολεμήσει αργότερα πιο πεισματικά. Ο Ρεμ ήταν ο μόνος που είχε το θάρρος να αντικρούσει τον Χίτλερ. Όταν ο Χίτλερ φώναζε, ο Ρεμ φώναζε ακόμη πιο δυνατά. Ήταν όμως πιστός στον Χίτλερ, αυτό ήταν σίγουρο! Ο Ρεμ μπορεί να ξέχασε ότι ο Χίτλερ ήταν κάποτε προστατευόμενος του αλλά ο Χίτλερ δεν το ξέχασε ποτέ. 


Ο Ρεμ ήταν πεπεισμένος για την ορθότητα και την αναγκαιότητα της «εθνικής επανάστασης». Ήταν πεπεισμένος ότι τα SA αποτελούσαν την εμπροσθοφυλακή της επανάστασης και όχι το Κόμμα. Το Κόμμα, για αυτόν, απλώς παρείχε τη διοικητική οργάνωση, την πολύπλευρη δομή και τα πολλαπλά γραφεία κατασκευάζοντας έτσι ένα καλούπι για το μελλοντικό κράτος. Ο Ρεμ πίστευε ότι ήταν υπεύθυνος για τη συνέχιση της επανάστασης ακόμη και μετά τη συγκρότηση του νέου κράτους και αναφερόταν στον ευατό του και τα SA ως «μηχανή του κινήματος». Λάμβανε σοβαρά υπόψη το πρόγραμμα του Κόμματος στο βαθμό που επηρέαζε τον τομέα του. Το πεδίο του, κάτι για το οποίο δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, βασιζόταν στο σχηματισμό μίας «λαϊκής πολιτοφυλακής». Ένα έργο που ταίριαζε πλήρως στην ιδιοσυγκρασία του. Ήταν περήφανος που είχε μία ολοένα και μεγαλύτερη δύναμη υπό τις διαταγές του. Ενσωμάτωσε τους Stahlhelm και κάθε άυξηση της δύναμης τον ευχαριστούσε. Ήθελε να συμπεριλάβει και τη κομμουνιστική Rotfrontkampfer και τη σοσιαλδημοκρατική Reichsbanner αν μπορούσε. Δεν έτρεφε καμία δυσπιστία απέναντι στους πρώην εχθρούς. Ήταν τόσο σίγουρος για τη λαμπερή γοητεία των περήφανων SA, για το συναίσθημα της συντροφικότητας, την οργάνωση, τους ηγέτες, τις στολές και την πίστη που τους διακατείχε θεωρώντας πως ήταν αδύνατο για τον οποιονδήποτε να αντισταθεί στο πνεύμα τους! 


«Ήθελε ο Ρεμ να κυριαρχήσει επί της Ράιχσβερ;» 


Ο δόκτωρας απαντάει: «Ο Ρεμ ήταν ένας απλός στρατιώτης. Είχε υπάρξει ο ίδιος στη Ράιχσβερ και είχε ακόμα πολλούς φίλους και συντρόφους εκεί. Φύσικα ήθελε να δει τη Ράιχβσερ να διευρύνεται έτσι ώστε να μπορέσει να γίνει οι ένοπλες δυνάμεις της Νέας Γερμανίας. Δεν επέμενε στην επανεισαγωγή της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας εφόσον αυτό απαγορευόταν από τη Συνθήκη των Βερσαλλιών αλλά ήθελε τα στελέχη να συμπληρώνονται με εθελοντική στράτευση. Θεώρησε πως ήταν καθήκον του να το κανονίσει. Αλλά εδώ συνάντησε την αντίθεση της Ράιχσβερ. Άφησε την απόφαση στον Χίτλερ αλλά ο Χίτλερ δεν έκανε τίποτα». 


Ο δόκτωρας είπε:


«Φυσικά όλα αυτά τα είχα συζητήσει μαζί του. Όταν υποστηρίχθηκε από διάφορους πως ο Ρεμ φιλοδοξεί να γίνει Υπουργός Πολέμου τον ρώτησα αν αυτό είναι αλήθεια. Ο Ρεμ μου είπε ότι φημολογείται ευρέως πως φιλοδοξώ να γίνω Υπουργός Δικαιοσύνης και ρώτησε αν αυτό αληθεύει. Του έδωσα τον λόγο της τιμής μου πως δεν επιθυμώ το Υπουργείο Δικαιοσύνης και πως ακόμη και αν μου το προσέφεραν θα το αρνούμουν. Είπε: σε αυτή τη περίπτωση σου δίνω και εγώ το λόγο της τιμής μου πως δεν επιθυμώ το Υπουργείο Πολέμου και ότι ακόμη και αν μου το προσέφεραν θα το αρνούμουν». 


Ρώτησα αν ήθελε να κάνει στα αλήθεια πραξικόπημα. Ο δόκτωρας έριξε μία ματιά στο τοίχο όπου ήταν κρεμασμένη μία ανάγλυφη πλάκα με τα πρόσωπα του Χίτλερ και του Ρεμ. Είπε:


«Έχω σκεφτεί πολύ το μοιραίο εκείνης της μέρας. Μπορείτε να φανταστείτε πόσους φίλους είχα. Τους ήξερα όλους και μου μιλούσαν όλοι ανοιχτά. Όταν με ανέκριναν με ρώτησαν αν ο Ρεμ ήθελε να κάνει πραξικόπημα, με ρωτούσαν ξανά και ξανά. Προφανώς είχαν αμφιβολίες για το αυταπόδεικτο των κατηγορίων τους αν και συμπεριφέρονταν σαν να αποδεικνύεται το πραξικόπημα. Η δική μου απάντηση σε όλα αυτά ήταν ένα ξεκάθαρο «όχι». 


Η επανένωση των ηγετών των SA είχε διαταχτεί από τον Χίτλερ και όχι από τον Ρεμ. Ο Ρεμ ήταν άρρωστος εκείνη τη περίοδο, ρευματικός και ένιωθε εκτός φόρμας. Οι ηγέτες των SA περίμεναν την απόφαση του Χίτλερ σχετικά με τη μελλοντική σχέση μεταξύ SA και στρατού όμως ο Χίτλερ απέφευγε συνεχώς να τη λάβει. Τα SA γνώριζαν ότι δεν κατείχαν πλέον το αυτί του Φυρερ το οποίο ήταν πιο πρόθυμο να ακούσει τους στρατηγούς της Ράιχσβερ. Ο Ες είχε εκφωνήσει έναν απειλητικό λόγο στον οποίο είχε καταφερθεί εναντίον όλων εκείνων των στοιχείων που επιθυμούσαν να συνεχίσουν την επανάσταση. Τα SA είχαν καταστεί αντιδημοφιλείς σε όλα τα τοπικά παραρτήματα του Κόμματος και οι ηγέτες των SA πίστευαν ότι ο Ες μιλούσε για τον εαυτό του, ως εκπρόσωπος του Κόμματος στο Υπουργείο και όχι ως φερέφωνο του Χίτλερ. Οι ηγέτες των SA πίστευαν ότι στην επανένωση του Bad Wiessee θα είχαν επιτέλους την ευκαιρία να υποβάλουν τα παράπονα τους στον Χίτλερ. Είχαν καλό προαίσθημα γιατί ερμήνευαν προς όφελος τους την προηγούμενη αναποφασιστικότητα του Χίτλερ. Σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από την απόφαση, ήταν έτοιμοι να υποκύψουν στη θέληση του. 


Ένας από τους στρατηγούς της Ράιχσβερ, διοικητής του Μονάχου και παλιός σύντροφος του Ρεμ από τον πόλεμο πήγε να δει τον Ρεμ αφού έφτασε στο Bad Wiessee. Ο Ρεμ, ο παλιός «βασιλιάς των πολυβόλων της Βαυαρίας» είχε καταφέρει παρόλα όσα είχαν συμβεί τα τελευταία χρόνια να προστατεύσει τα μυστικά όπλα της Ράιχσβερ. Τώρα όμως είχε διαλύσει τα οπλοστάσια και μοίρασε τα όπλα στις διάφορες μονάδες των SA. Η Ράιχσβερ αυτό το γνώριζε και πίστευε ότι αυτά τα όπλα ανήκαν δικαιωματικά σε αυτή. Η Ράιχσβερ είχε προσκολληθεί με ζήλια στο τίτλο της «μόνης ένοπλης δύναμης του έθνους». Ο στρατηγός επισήμανε στο Ρεμ ότι έκανε μοιραίο λάθος αν πίστευε ότι η Ράιχσβερ δεν θα άνοιγε πυρ. Ο στρατηγός επίσης πίστευε ότι η κατοχή όπλων από τα SA ήταν ένα γεγονός που δυσκόλευε τον Καγκελάριο να λάβει μία απόφαση, μία απόφαση που ανέμεναν εξίσου η Ράιχσβερ και τα SA. Ο στρατηγός πρότεινε στον Ρεμ να ανατεθούν τα όπλα σε ουδέτερα χέρια και συγκεκριμένα στις τοπικές αστυνομικές δυνάμεις. Αυτές οι δυνάμεις επρόκειτο να υποταχθούν στον Χίμλερ στο εγγύς μέλλον, αλλά εν τω μεταξύ τόσο αυτές όσο και ο Χίμλερ εξακολουθούσαν να υπόκεινται στον Υπουργό Ρεμ. Ο Ρεμ εντυπωσιάστηκε από τη σοβαρότητα του στρατηγού και δέχτηκε τη πρόταση. Έδωσε τον λόγο της τιμής του ότι δεν σκοπεύει να κάνει πραξικόπημα, ότι δεν φιλοδοξεί να γίνει Υπουργός Πολέμου και ότι θα διατάξει να κατατεθούν τα όπλα όπως του προτάθηκε. Ο στρατηγός αποχώρησε χωρίς πλέον να ανησυχέι ενώ ο Ρεμ έδωσε στον αναπληρωτή του στο Μόναχο, τον Schneidhuber, τις απαραίτητες οδηγίες. 


Τα ξημερώματα τα φορτηγά έφτασαν στις κατά τόπους αποθήκες των SA και φόρτωσαν τα όπλα. Τα SS παρακολουθούσαν το συμβάν χωρίς να είναι ενημερωμένα για τη συμφωνία του Ρεμ με τον στρατηγό. Έτσι ενημέρωσαν τον Χίτλερ στο Γκόντεσμπεργκ ότι τα SA εξοπλίζονται. Μία και μόνο ερώτηση να είχε τεθεί στον Schneidhuber και θα είχαν λυθεί τα πάντα. Αντ΄αυτού ο Χίτλερ συνέλαβε τον Schneidhuber, του έσκισε τις επωμίδες και τον εκτέλεσε. Η μόνη οργάνωση η οποία μπορούσε να επιβεβαιώσει την αλήθεια, η Ράιχσβερ, σιώπησε. Σε τέτοιες περιπτώσεις η Ράιχσβερ τηρούσε πάντα τον νόμο της σιωπής». 






Τρίτη 12 Ιουλίου 2022

«Τα S.A και η Γερμανική Επανάσταση» του Έρνστ Ρέμ

 


Το ακόλουθο άρθρο του Ernst Rohm δημοσιέυθηκε για πρώτη φορά στο μηνιαίο θεωρητικό και ιδεολογικό περιοδικό του NSDAP «Nationalsozialistische Monatschefte» τον Ιούνιο του 1933. Μέσω αυτού ο Ρεμ διατρανώνει την αναγκαιότητα της υπάρξης των S.A στο Νέο Γερμανικό Κράτος ενώ παράλληλα οριοθετεί τον ρόλο τους στη διαμόφωση της Νεάς Γερμανίας. Πέραν τούτου επιτίθεται στους αστούς και τους κομφορμιστές οι οποίοι στον απόηχο της νίκης των Εθνικοσοσιαλιστών φόρεσαν την σβάστικα προκειμένου να αποκομίσουν τα όποια οφέλη και να διατηρήσουν τα ήδη υπάρχοντα, μην έχοντας όμως καμία ουσιαστική σχέση με την εθνικοσοσιαλιστική κοσμοθεωρία και ιδεολογία. Αντιθέτως όλα αυτά τα παράσιτα αποτελούσαν τροχοπέδι στην πλήρη ανάπτυξη του αληθινού εθνικοσοσιαλιστικού προγράμματος και ιδιαίτερα στην ολοκληρωτική εφαρμογή των επαναστατικά σοσιαλιστικών βουλήσεων του NSDAP. Παράλληλα εξαπολύει έμμεση επίθεση και στα διάφορα «ακροδεξιά» στοιχεία τους Κόμματος τα οποία συμβιβάστηκαν με τους αντιδραστικούς με κοινό στόχο τον τερματισμό της Εθνικοσοσιαλιστικής Επανάστασης χάριν της προστασίας των αστικών και καπιταλιστικών συμφερόντων. 



ΤΑ S.A ΚΑΙ Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ


«Μία νίκη έχει επιτευχθεί μέσω της Γερμανικής Επανάστασης. Η σημαία της σβάστικας κυματίζει σε όλα τα προπύργια της κρατικής εξουσίας, σε κάθε χώρο εργασίας και σε κάθε επιχειρηματικό οικονομικό γραφείο. Οι οργανωτικές δομές του μαρξισμού στη Γερμανία έχουν συντριβεί. Το Φεστιβάλ Γερμανικής Εργασίας[1], εκείνη η ημέρα αμοιβαίας εξομολόγησης του έθνους στον εργάτη και του εργάτη στο έθνος, σήμανε τον θάνατο της παραφροσύνης του προλεταριακού ταξικού μίσους. Η σιδερένια θέληση του Αδόλφου Χίτλερ οδήγησε με μία επιτακτική δύναμη στη συγχώνευση του εθνικού πνεύματος και της σοσιαλιστικής βούλησης. 


Έχει επιτευχθεί μία τρομερή νίκη. Όχι όμως η απόλυτη νίκη! 


Το νέο κράτος δεν έχει καμία ανάγκη να απακηρύξει τους φορείς της επαναστατικής εξέγερσης, όπως έκαναν οι άνδρες του Νοεμβρίου[2] με τις κόκκινες συμμορίες με τις οποίες ήταν συνταξιδιώτες στην πορεία της δειλίας και της προδοσίας. Στη Νέα Γερμανία τα πειθαρχημένα καφετί «Τάγματα Εφόδου» της γερμανικής επανάστασης στέκονται δίπλα δίπλα με τις ένοπλες δυνάμεις αλλά όχι ως τμήμα τους! 


Η Ράιχσβερ έχει το δικό της ξεκάθαρο καθήκον: να υπερασπιστεί τα σύνορα του Ράιχ στον βαθμό που ο μέτριος αριθμός της και ο ανεπαρκής οπλισμός της το επιτρέπουν. Ο δεύτερος παράγοντας είναι η αστυνομία η οποία οφείλει να συλλαμβάνει τους παραβάτες. Δίπλα τους όμως υπάρχει και ένας τρίτος παράγοντας ισχύος του νέου κράτους τα S.A και τα S.S με τα δικά τους συγκεκριμένα καθήκοντα. Ο Φύρερ και Καγκελάριος του Γερμανικού Λαού χρειάζεται και τα S.A και τα S.S δεδομένου ότι το έργο της γερμανικής ανανέωσης βρίσκεται ακόμη μπροστά του. 


Τα S.A και τα S.S είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του επερχόμενου εθνικοσοσιαλιστικού κράτους. Του κράτους για το οποίο αγωνίστηκαν και το κράτος το οποίο θα διεκδικήσουν. Τα S.A και τα S.S είναι οι μαχητικοί και πνευματικοί φορείς της θέλησης της Γερμανικής Επανάστασης. 


Ήδη οι διάφοροι ηθικολόγοι και γκρινιάρηδες αποτολμούν να θέσουν ξανά το ερώτημα «για ποιό λόγο τα S.A και τα S.S;». Ο Χίτλερ είναι πλέον στην εξουσία, το κράτος είναι για άλλη μία φορά εθνικό, η σημαία της σβάστικας κυματίζει σε κάθε δρόμο, ηρεμία και τάξη επικρατούν παντού και αν ποτέ αυτές διαταραχτούν οι αστυνομία φροντίζει να τις αποκαταστήσει αμέσως, άρα γιατί λοιπόν υπάρχουν ακόμη τα S.A και τα S.S; Αυτοί οι άκαμπτοι γκρινιάρηδες είτε βρίσκονται στις τάξεις των αιώνιων και ασυμβίβαστων αντιπάλων μας, είτε είναι «συντονισμένοι»[3], είτε φέρουν τη σβάστικα, δεν έχουν καταλάβει το νόημα της Γερμανικής Επανάστασης και δεν θα το καταλάβουν ποτέ. 


Η εξέλιξη των γεγονότων από τις 30 Ιανουαρίου εώς τις 21 Μαρτίου 1933 δεν αποτελούν το νόημα και την ουσία της Γερμανικής Εθνικοσοσιαλιστικής Επανάστασης. 


Όποιος θέλει να είναι σύντροφος μας μόνο κατά τη διάρκεια των λαμπαδηδρομιών και των θεαματικών πορειών, μόνο ανάμεσα στα κρούοντα τύμπανα και τις κυματιστές σημαιές, πιστεύοντας ότι έτσι έχει «συμμετάσχει» στη Γερμανική Επανάσταση καλύτερα να πάει σπίτι του! Έχει μπερδέψει την «εθνική εξέγερση» με τη «Γερμανική Επανάσταση». Έχει μεθύσει από την επιφανειακότητα των γεγονότων,  έχει αφήσει τον ευατό του να παρασυρθεί από τον πρωτοφανή ρυθμό της Ημέρας του Πότσδαμ[4], έχει μαγευτεί βλέποντας τους εργάτες να παρελαύνουν για τη Γερμανία στο Φεστιβάλ Γερμανικής Εργασίας, έχει νιώσει για λίγες ώρες την πνοή του πνεύματος μας αλλά δεν είναι δικός μας! Διότι στα χρόνια της πάλης κρυβόταν ήσυχα πίσω από την σόμπα του, το γραφείο του ή τον πάγκο της μπυραρίας. Οι αγωνιστές με τα καφετί πουκάμισα δεν σταμάτησαν ποτέ να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην Γερμανική Επανάσταση και δεν έπαψαν να ηγούνται του αγώνα για τη Νέα Γερμανία, ενός αγώνα που για πολλά χρόνια σημαδεύτηκε από θυσίες και αίμα.


Σίγουρα εμείς οι άνδρες των S.A και των S.S δεσμευόμαστε στην εθνική εξέγερση. Περισσότερο δικαιολογημένα από πολλούς άλλους που βλέπουμε ξαφνικά στο πλευρό μας σήμερα. Γιατί χωρίς εμάς δεν θα υπήρχε ποτέ αυτή η τρομερή λαϊκή αφύπνιση στην ιδέα του έθνους! Όμως η εθνική εξέγερση δεν είναι για εμάς το νόημα και ο σκοπός του αγώνα μας αλλά μόνο ένα στάδιο της Γερμανικής Επανάστασης που πρέπει απαραίτητα να διαβούμε για να φτάσουμε στον απώτερο στόχο μας: το εθνικοσοσιαλιστικό κράτος!


Ως εκ τούτου σε εκείνους που έχουν λάβει γρήγορα και πρόθυμα θέσεις εξουσίας στη Νέα Γερμανία και πιστεύουν ότι όλα βρίσκονται σε μία άριστη τάξη, συνεπώς η επάνασταση πρέπει να τερματιστεί ας ειπωθή εντελώς ψυχρά και απαθέστατα: 


Οι άνδρες με τα καφέ πουκάμισα φέρουν το λάβαρο της Γερμανικής Επανάστασης μέσα από ανώνυμες θυσίες και μέσα από πολλά σκοτεινά χρόνια δειλίας, διώξεων και τρόμου. Μέσα από τις αμέτρητες αναστατωμένες νύχτες, μέσα από αγώνα και αίμα έλαμψε ο ένας και μοναδικός τους στόχος: μία Νέα Γερμανία ανανεωμένη σε μία πνευματική διέγερση εθνικιστικών και σοσιαλιστικών προθέσεων! Αυτός ο στόχος απέχει ακόμη πολύ από την εκπλήρωση του και όσο η πραγματικά Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία αναμένει την εκπλήρωση της τότε ο παθιασμένος αγώνας των S.A και των S.S δεν τελειώνει!


Ο ηγέτης του Πρωσικού Λαϊκού Στρατού κατά τη διάρκεια των Πολέμων της Απελευθέρωσης, Μπλύχερ, είδε τον ευατό του να παραμερίζεται από πολιτικούς και διπλωμάτες μετά την ήττα του Ναπολέωντα. Ο λόγος ήταν ότι είχε αντιληφθεί τι πραγματικά επιζητούσε ο λαός, αυτό για το οποίο οι Πρώσοι είχαν επιδείξει τόση αυταπάρνηση και προθυμία. Όταν παραγκωνίστηκε με 100 τιμές και 1000 λέξεις προειδοποίησε: οι πολιτικοί δεν πρέπει να χαλάσουν αυτό για το οποίο οι στρατιώτες έχυσαν το αίμα τους! Η προειδοποίηση του ήταν άκαρπη. Από τη Διάσκεψη της Βιέννης προέκυψε η Ειρήνη της Βιέννης. Φαινόταν πολύ ωραία και στην πραγματικότητα...τα άφηνε όλα όπως ήταν! Η αποζημίωση προς τον Λαό που τόσες θυσίες είχε προσφέρει ήταν οι απελευθερωτικές προσπάθειες των φοιτητικών αδελφοτήτων[5] και οι κροταλισμοί των βολών από τα οδοφράγματα το 1848. 


Δεν ήταν ο στρατιώτης του μετώπου υπεύθυνος για την ήττα στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά όσοι βρίσκονταν στα μετόπισθεν που επιδίωκαν την ειρήνη και ως εκ τούτου διέλυσαν τα όπλα της πρώτης γραμμής. Οι νόμοι της ιστορίας είναι αιώνιοι και το να μαθαίνεις από αυτούς είναι το πιο απλό σημάδι σοφίας. Έτσι τα S.A και τα S.S δεν θα ανεχτούν η Γερμανική Επανάσταση να προδοθεί ή να πεθάνει στα μισά του δρόμου από όλους όσους κατά τη διάρκεια της μάχης βρίσκονταν στα «μετόπισθεν». Όχι για χάρη μας αλλά για χάρη του έθνους! Γιατί τα κεφετί τάγματα είναι το τελευταίο προπύργιο ενάντια στο κομμουνισμό και αν αυτά ηττηθούν από την αντίσταση των αντιδραστικών, την ανικανότητα ή την αδράνεια ο γερμανικός λαός θα βυθιστεί στην απόγνωση και θα γίνει εύκολη λεία για το αιματοβαμμένο παραλήρημα των ασιατικών ορδών. 


Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η σκέψη ορισμένων «συντονισμένων», ή ακόμη και ορισμένων δευτερευόντων αξιωματούχων που αποκαλούνται «εθνικοσοσιαλιστές», ότι η ειρήνη είναι το πρώτο αστικό καθήκον είναι προδόσια της Γερμανικής Επανάστασης! 



Κατά τη διάρκεια των χρόνων της αυτοθυσίας μας για τη πολυπόθητη Νέα Γερμανία δεν είδαμε πουθενά εκείνους που σήμερα μουρμουρίζουν παντού την ανάγκη των υπάκουων αστικών συνθημάτων της ειρήνης και της τάξης. Στην καλύτερη περίπτωση στέκονταν στην άκρη και παρακολουθούσαν καθώς πολεμούσαμε και αιμορραγούσαμε. Για αυτούς ήμασταν πολύ άξεστοι, πολύ θορυβώδεις και πολύ ριζοσπαστικοί. Τους αρκεί απλά να βλέπουν τα μαύρα-άσπρα-κόκκινα χρώματα της σημαίας του Ράιχ του Βίσμαρκ και ως ελάχιστη επαναστατική παραχώρηση δίπλα σε αυτά να βλέπουν την σβάστικα. Θα αρκούνταν ενδεχομένως και σε πολύ λιγότερα διότι δεν πολέμησαν ποτέ για αυτά αλλά είναι απλώς οι επωφελούμενοι από την νίκη μας! 


Και αν νομίζουν ότι είναι καιρός να σταματήσουν τα επαναστατικά φαινόμενα και να επιστρέψουμε σε «εύρυθμες συνθήκες» τότε τους απαντάμε το εξής:


Εμείς, τα S.A και τα S.S, αφοσιωμένοι στον Ανώτατο Ηγέτη μας Αδόλφο Χίτλερ με πίστη και υπακοή, κρατούσαμε τις σημαίες της σβάστικας, που σήμερα κυματίζουν πάνω από τη Γερμανία, στα πιο δύσκολα χρόνια. Ξεκινώντας σαν μία μικρή χούφτα βγάλαμε τον Γερμανό εργάτη από το μέτωπο της τάξικης πάλης του διεθνούς προλεταριάτου και εδραιώσαμε στον θόλο της σκέψης του την Πατρίδα η οποία θεμελιώνεται πάνω στους πυλώνες της εθνικής και σοσιαλιστικής βούλησης. Μόνοι μας πολεμήσαμε, αιμορραγήσαμε και υποφέραμε! Δεν κουραστήκαμε καθόλου σε αυτόν τον σκληρό, φανατικό αγώνα μέχρι που φτάσαμε στην στιγμή να απολαύσουμε τον λαό μας να παρασύρεται ακαταμάχητα από την τεράστια εθνική αφύπνιση. Είμαστε υπερήφανα και ανεπιφύλακτα δεσμευμένοι στην υψηλή τιμή και βαρύτατη ευθύνη να συνεχίσουμε τη Γερμανική Επανάσταση. Οι φορείς της θέλησης της Γερμανικής Επανάστασης, οι εργάτες, οι αγρότες και οι στρατιώτες βαδίζουν σήμερα περήφανα κάτω από τα λάβαρα μας!


Είτε το θέλουν, είτε όχι θα συνεχίσουμε τον αγώνα μας! Αν τελικά καταλάβουν περί τίνος πρόκειται: μαζί τους! Αν δεν θέλουν: χωρίς αυτούς! Και αν χρειαστεί: εναντίον τους! 


Διότι δεν αισθανόμαστε υπεύθυνοι προς αυτούς αλλά προς το γερμανικό έθνος και προς τους 400 συντρόφους μας που έπεσαν για μία Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία! 


Η Γερμανία ή θα γίνει Εθνικοσοσιαλιστική ή θα χαθεί! 


Και για αυτό η Γερμανική Επανάσταση συνεχίζεται εώς ότου η σβάστικα στις σημαίες και τα σήματα δεν είναι απλώς ένα εξωτερικό σύμβολο ειλικρινούς ομολογίας και συντονισμού [Gleichschaltung] αλλά ιερή καρδιά και κτήμα ολόκληρου του Λαού! 


Με πίστη, πειθαρχία και υπακοή ακολουθήσαμε τον αγαπημένο μας Ανώτατο Αρχηγό, Αδόλφο Χίτλερ, στο δύσκολο μονοπάτι του. Γνωρίζουμε τον στόχο του που είναι ίδιος με τον δικό μας: την Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία! Και θα παρακολουθούμε συνέχεια τους «συντονισμένους» και τους «ημισυντονισμένους» για να διαβεβαιωθούμε ότι δεν θα στέκονται εμπόδιο στην σοσιαλιστική βούληση του Φύρερ μας. Εμείς οι άνδρες των S.A και των S.S είμαστε οι αδιάφθοροι εγγυητές ότι η Γερμανική Επανάσταση θα εκπληρωθεί και ότι ο εθνικισμός και ο σοσιαλισμός θα συγχωνευθούν σε ένα αδιαίρετο σύνολο: τον Εθνικοσοσιαλιστικό Λαό και το Εθνικοσοσιαλιστικό Κράτος! 




[1]: Ο Έρνστ Ρεμ μιλώντας εδώ για το «Φεστιβάλ Γερμανικής Εργασίας» εννοεί την 1η Μαϊου 1933 την οποία η Εθνικοσοσιαλιστική Κυβέρνηση ανακήρυξε αργία επί πληρωμή για πρώτη φορά στη γερμανική ιστορία. Την επόμενη χρονιά η εορτή της Πρωτομαγιά μετονομάστηκε σε «Εθνική Γιορτή του Γερμανικού Λαού» αναπροσανατολισμένη πλέον έτσι ώστε να μην γιορτάζεται μόνο από το γερμανικό προλεταριάτο αλλά αντ΄αυτού από ολόκληρο το γερμανικό λαό ανεξαρτήτως κοινωνικής θέσης - μία ερμηνεία η οποία συνάδει περισσότερο με το εθνικοσοσιαλιστικό ιδανικό του «Volksgemeinschaft» δηλαδή της αταξικής εθνικής κοινότητας στην οποία οι πνευματικοί και φυλετικοί δεσμοί υπερέχουν έναντι των υλικών και ταξικών. 


[2]: Με τον όρο «άνδρες του Νοεμβρίου» ο Ρεμ αναφέρεται στην Επανάσταση του Νοέμβρη 1918 η οποία έβαλε τέλος στη μοναρχία και το Δεύτερο Ράιχ καθιερώνοντας μια σύντομη και ταραχώρηδη επαναστατική διακυβέρνηση εργατικών και στρατιωτικών συμβουλίων. Οι «άνδρες του Νοέμβρη» είναι οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) και οι «κόκκινες συμμορίες» είναι οι κομμουνιστές (USDP και KPD). Μετά τη Νοεμβριανή Επανάσταση το πιο μετριοπαθές τμήμα του SPD ανησυχούσε με τον ανερχόμενο ριζοσπαστισμό και την πιθανότητα ξεσπάσματος μπολσεβικικής επανάστασης στη Γερμανία αναγκαζόμενο έτσι να χρησιμοποιήσει τα Freikorps και την Ράιχσβερ εναντίον των πρώην «συνταξιδιωτών» του. Ο Ρεμ εδώ κάνει μία αρνητική αναλογία μεταξύ του NSDAP και των S.A ακριβώς όπως με το SPD και τους κομμουνιστές. 


[3]: Μέσα στο κείμενο ο Ρεμ χρησιμοποεί συχνά την λέξη «συντονισμένοι». «Συντονισμός» ή στα γερμανικά Gleichschaltung ήταν η διαδικασία με την οποία το εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς «συντόνιζε» άτομα, ομάδες και οργανώσεις (συμπεριλαμβανομένων κρατικών φορέων) με το πνεύμα και τις πολιτικές της κυβέρνησης. Ο «συντονισμός» κρατικών και δημοσίων υπηρεσιών σήμαινε ότι πολλοί κρατικοί αξιωματούχοι (συνήθως μέλη της ανώτερης, μορφωμένης, ιδιοκτήτριας αστικής τάξης πολλοί από τους οποίους στο παρελθόν αναμφίβολα υποστήριζαν φιλελεύθερους και συντηρητικούς πολιτικούς) ακολουθούσαν πλέον την τροχιά του NSDAP είτε προσχωρώντας στο Κόμμα είτε ενεργώντας de facto για την προώθηση των στόχων του. Χρησιμοποιώντας ειρωνικά τον όρο «συντονισμένοι» ο Ρεμ περιγράφει αυτούς τους οσφυοκάμπτες αστούς και αφήνει να εννοηθεί ότι η μεταστροφή τους δεν είναι τίποτα παραπάνω από βαθύς οπορτουνισμός που θα δημιουργήσει εμπόδια στην εφαρμογή του αληθινού εθνικοσοσιαλιστικού προγράμματος. 


[4]: Η Ημέρα του Πότσδαμ είναι η 21η Μαρτίου 1933 κατά την οποία συγκληθηκε το Νέο Ράιχσταγκ για πρώτη φορά μετά την πυρκαγιά του Ράιχσταγκ. Το Πότσδαμ επιλέχτηκε ως τόπος της συνεδρίασης λόγω της παλιάς πρωσικής αριστοκρατίας τονίζοντας έτσι τον Χίτλερ ως κληρόμο του Φρειδερίκου το Μεγάλου, του Βίσμαρκ και του Χίντενμπουργκ. Η Ημέρα του Πότσδαμ αποτελούσε μία τεράστια επιτύχια άπο άποψης δημοσιων σχέσεων για την κυβέρνηση. Η εικόνα του Χίτλερ να χαμηλώνει το κεφάλι ως ένδειξη σεβασμού καθώς έπιανε το χέρι του Χίντενμπουργκ σε συνδυασμό με τις βροντές των κανονιών, τις πανυγηρικές ομιλίες και τις καταθέσεις στεφάνων στα μνημεία Πρώσων βασιλιάδων είχαν τρομερό αντίκτυπο ακόμη και σε μετριοπαθείς δημοκρατικούς πολίτες. Στερεώθηκε σε πολλούς η αντίληψη ότι η δάδα της εποχής του Γουλίελμου είχε περάσει στον Χίτλερ και ο εθνικοσοσιαλισμός είχε απορροφήσει την βαρύτητα και την ωριμότητα των Πρώσων προγόνων. 


[5]: Εννοεί τις φοιτητικές αδελφότητες που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στις Επαναστάσεις του 1848.