Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2023

«Γύρω από τον Ναό του Αυτοκράτορα Γουλιέλμου» του Γιόσεφ Γκέμπελς

 


Το ακόλουθο δοκίμιο δημοσιεύθηκε από τον Γιόσεφ Γκέμπελς στις 23 Ιανουαρίου 1928 στην εφημερίδα «Der Angriff». Προσπαθεί να δημιουργήσει μία δυσάρεστη είκονα για την κατάσταση η οποία επικρατούσε γύρω από το ιστορικό μνημείο του Ναού του Αυτοκράτορα Γουλιέλμου, του κατεξοχήν κοσμοπολιτίκου κέντρου του Βερολίνου, στηλιτεύοντας έτσι τον υλισμό, την αδιαφορία και τον αστικοφιλελεύθερο τρόπο ζωής της εποχής.  Σε αντιδιαστολή με αυτόν τον σάπιο κόσμο, ο Γκέμπελς προβάλει τον κόσμο της εργασίας, της προσφοράς και του αγώνα, των αληθινά ζωτικών ενδογενών δυνάμεων του έθνους και της φυλής. Τον κόσμο του ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ ο οποίος βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τον κόσμο των αστών.



«Αυτό είναι το δυτικό Βερολινό:

Χιλιάδες πινακίδες που εκπέμπουν μία πλημμυρίδα φωτός μέσα στο γκρίζο βράδυ, με αποτέλεσμα το Kurfurstendamm να είναι τόσο φωτεινό όσο την ημέρα. Τράμ κουδουνίζουν, λεωφορεία κροταλίζουν, όλα γεμάτα κόσμο και κοσμάκη. Ουρές ταξί και πολυτελείς λιμουζίνες γεμίζουν την λεία άσφαλτο. Κόκκινα, κίτρινα και πράσινα φανάρια λένε στην κυκλοφορία πότε να σταματήσει και πότε να ξεκινήσει, καλούν το πλήθος να ξεκινήσει το επικίνδυνο ταξίδι από την μία πλευρά στην άλλη. Τα τσιριχτά και η ταραχή τρυπούν τα αυτιά και όποιος δεν είναι συνηθισμένος κινδυνεύει να χάσει τις αισθήσεις του. Οι φωτεινές κόκκινες πινακίδες ανακοινώνουν τις τελευταίες ταινίες: Killed by Love, The girl from Tauentzien, Just one Night. Οι μυρωδιές των δυνατών αρωμάτων σε παρασέρνουν. Οι κοκέτες των τεχνητών παστέλ των σύγχρονων γυναικείων προσώπων χαμογελούν. Οι λεγόμενοι «άνδρες» γλιστρούν τριγύρω, μόνοκλ γυαλίζουν, ψεύτικα και αληθινά πετράδια αστράφτουν. Ακούει κανείς όλες τις γλώσσες της γης. Ένας σιωπηλός κίτρινος Ινδός δίπλα σε έναν φλύαρο Σάξονα, ένας βιαστικός Άγγλος πέρναει με αγκωνιές μέσα από τον όχλο βρίζοντας και με έναν ηχηρό βρυχηθμό ένας παγωμένος εφημεριδοπώλης φωνάζει τα τελευταία νέα των ταμπλόιντς. 

Μέσα σε όλον αυτόν τον θόρυβο της πόλης η Gedachtniskirche στέλνει την λεπτή της κωδωνοκρούσια στο γκρίζο βράδυ. Δεν ανήκει σε αυτή την ταραχώδη ζωή. Είναι ένας αναχρονισμός που στέκεται ανάμεσα στις καφετέριες και τα καμπαρέ. Αφήνοντας τα βουητά να διαπερνούν το πέτρινο κορμί της, αγνοεί την σαπίλα και χτυπά για την αλλαγή της ώρας. 

Οι περισσότεροι περαστικοί δεν κοίταξαν ποτέ ψηλά στο κωδωνοστάσιο. Ο σνόμπ με το γούνινο παλτό του που περπατάει αργά και χλιαρά πέρασε αδιάφορα, η γυναίκα του κόσμου, μία λεσβία από την άκρη μέχρι τα νύχια, φόρωντας μόνοκλ και καπνίζοντας το τσιγάρο της, περπάτησε το πεζοδρόμιο με τα ψηλοτάκουνα της και μετά χάθηκε μέσα σε ένα από τα χιλιάδες μέρη που προσφέρουν μόνο καπνό και δηλητήριο. 

Aυτό είναι το Βερολίνο. Η πέτρινη καρδιά αυτής της πόλης. Εδώ, στις γωνιές των καφενείων, των καμπαρέ και των μπάρ, στα σοβιετικά θέατρα και τις αίθουσες, μαζεύονται οι διανοούμενοι της δημοκρατίας. Εδώ σχεδιάζονται οι πολιτικές που βαραίνουν 60 εκατομμύρια Γερμανούς. Εδώ δίνει και λαμβάνει κανείς τις τελευταίες συμβουλές για το χρηματιστήριο. Εδώ μπορεί κανείς να χειραγωγήσει την πολιτική, τις ιατρικές θεραπείες, τις μετοχές, το θέατρο και την δημόσια βοήθεια. Η Gedachtniskirche δεν είναι ποτέ μόνη. Κινείται ομαλά από μέρα σε νύχτα και από νύχτα σε μέρα χωρίς στιγμή ησυχίας. 

Η αιώνια επανάληψη της σήψης και της φθοράς, η έλλειψη ιδιοφυΐας και αληθινής δημιουργικότητας, το κενό και η απόγνωση, όλα επικαλυμμένα με την χρυσή επιφάνεια μίας εποχής που έχει βυθιστεί στην πιο αντιφατική ψευδοκουλτούρα: αυτή είναι η αταξία που περιβάλλει τον Ναό. Μόνο ένας θα ήθελε η ελίτ του λαού μας να βρίσκεται μέρα και νύχτα κατά μήκος της οδού Tauntzien. Μόνο ο Εβραίος! 

Ο γερμανικός λαός είναι ξένος στον τόπο του. Σχεδόν ξεχωρίζει κανείς όταν μιλάει την εθνική του γλώσσα. Πανευρώπη, η Διεθνής, τζάζ, Γαλλία και Πισκατόρ: μόνο αυτά κυριαρχούν. 

«Die Freundin (λεσβιακό περιοδικό) παλιά τεύχη, μόνο δέκα πφένινγκ!» φωνάζει ένας πονηρός πλανόδιος. Κανένας από τους περαστικούς δεν πιστεύει ότι βρίσκεται σε λάθος μέρος. Δεν είναι στο λάθος μέρος. Ξέρουν πολύ καλά που βρίσκονται. 

Το δυτικό Βερολίνο είναι ο βραστήρας σε αυτή την μεγάλη πόλη της εργασίας και της βιομηχανίας. Ότι παράγεται στον βορρά σπαταλάται εδώ στην Δύση. Τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι κερδίζουν τα προς το ζήν δουλεύοντας μέσα στις κακουχίες και εκατό χιλιάδες κηφήνες σπαταλούν τον κόπο τους στην αμαρτία, την βρωμιά και την διαφθορά. 

Το Kurfurstendamm αναστατώνεται όταν κάποιος προσβάλλει έναν από αυτούς τους παρασιτικούς. Το μόνο άτομο που δεν μπορούν να βλέπουν είναι ένας έντιμος εργαζόμενος. Χαμογελώντας, κουβαλούν έναν ολόκληρο λαό στον τάφο. 

Αυτό δεν είναι το αληθινό Βερολίνο. Το αληθινό Βερολίνο βρίσκεται αλλού, περιμένει, ελπίζει και παλεύει. Αρχίζει να αναγνωρίζει τον Ιούδα που πούλησε τον λαό μας για τριάντα αργύρια. Το αληθινό Βερολίνο αναμένει να ξεκινήσει την δράση. Μέρα και νύχτα αρκετές χιλιάδες εργάζονται για την μέρα που έρχεται. Την μέρα που οι τόποι της διαφθοράς γύρω από τον Ναό θα κατεδαφιστούν, θα μεταμορφωθούν και θα ενσωματωθούν εκ νέου σε έναν αναστημένο λαό. 

Την μέρα της δικαιοσύνης που θα είναι και η μέρα της ελευθερίας!» 


Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2023

«Απαιτούμε!» του Γιόσεφ Γκέμπελς

 



Το ακόλουθο δοκίμιο δημοσιεύθηκε στο τέταρτο τέυχος της εφημερίδας «Der Angriff» με ημερομηνία 25 Ιουλίου 1927. Στο κείμενο, ο Γκέμπελς κάνει μία γενική επίθεση στην κυβέρνηση χωρίς να είναι πολύ σαφής ως προς το ποιές πολιτικές πρέπει να ακολουθηθούν. Είναι χαρακτηριστικό του γενικόλογου ύφους που υιοθετούσε κατά τα πρώτα χρόνια της πολιτικής του δραστηριότητας στο Βερολίνο. 



ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ


«Ο γερμανικός λαός είναι ένας υπόδουλος λαός. Η κατάσταση του, με βάση το Διεθνές Δίκαιο, είναι χειρότερη και από νεγρική αποικία του Κονγκό. Μας έχουν αφαιρεθεί όλα τα κυριαρχικά δικαιώματα. Είμαστε αρκετά πειθήνιοι στο να γεμίζουμε το διεθνές κεφάλαιο με χρήμα, πληρώνοντας το με τόκους. Αυτό είναι το αποτέλεσμα μίας ιστορίας αιώνων ηρωϊσμού. Το αξίζουμε; Όχι και πάλι όχι!

Για αυτό απαιτούμε να ξεκινήσει ένας αγώνας ενάντια σε αυτή την κατάσταση της ντροπής και της δυστυχίας. Απαιτούμε οι άνθρωποι, στων οποίων τα χέρια βρίσκεται η μοίρα μας, να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο για να σπάσουν τις αλυσίδες της σκλαβιάς. 

Τρία εκατομμύρια άνθρωποι στερούνται εργασίας και τροφής. Οι υπάλληλοι εργάζονται για να συγκαλύψουν την δυστυχία. Μιλούν για λήψη μέτρων και σπουδαίες επενδύσεις. Τα πράγματα γίνονται σταθερά καλύτερα για εκείνους και σταθερά χειρότερα για εμάς. Η ψευδαίσθηση της ελευθερίας, της ειρήνης και της ευημερίας που μας υποσχέθηκαν, όταν θέλαμε να πάρουμε την μοίρα μας στα χέρια μας, εξαφανίζεται. Μόνο η πλήρης κατάρρευση του λαού μας μπορεί να προκύψει από αυτές τις πολιτικές. 

Απαιτούμε λοιπόν δικαίωμα στην εργασία και στην αξιοπρεπή διαβίωση για κάθε Γερμανό.

Ενώ ο στρατιώτης πολεμούσε στα χαρακώματα για να υπερασπιστεί την Πατρίδα του, ο Εβραίος κερδοσκόπος του έκλεβε την εστία και το σπίτι. Ο Εβραίος ζεί σε ανάκτορα και ο προλετάριος, ο στρατιώτης του μετώπου, ζεί σε τρύπες που δεν αξίζει να ονομάζονται «σπίτια». Αυτό δεν είναι ούτε απαραίτητο, ούτε αναπόφευκτο, αλλά μία κατάφωρη αδικία που φωνάζει μέχρι τους ουρανούς. Μία κυβέρνηση που παρακολουθεί απαθής αυτή την κατάσταση χωρίς να κάνει τίποτα είναι άχρηστη και όσο πιο γρήγορα εξαφανιστεί τόσο το καλύτερο.

Για αυτό απαιτούμε σπίτια για τους Γερμανούς στρατιώτες και εργάτες. Αν δεν υπάρχουν αρκετά χρήματα για την κατασκευή τους, διώξτε τους ξένους ώστε να ζήσουν Γερμανοί στο γερμανικό έδαφος.

Οι λαός μας γερνάει και μειώνεται. Μία δειλή και νωχελική πολιτική η οποία αφαιρεί τους απογόνους μας, οι οποίοι θα κληθούν να εκτελέσουν την ιστορική τους αποστολή, θα σημάνει το τέλος της ιστορίας μας. Ως εκ τούτου, απαιτούμε γη στην οποία θα καλλιεργηθεί το σιτάρι που θα θρέψει τα παιδιά μας. 

Ενώ ονειρευόμασταν και κυνηγούσαμε παράξενες και απρόσιτες φαντασιώσεις, κάποιοι άλλοι μας έκλεψαν την περιουσία. Σήμερα κάποιοι ισχυρίζονται ότι ήταν θέλημα Θεού. Όχι και τόσο! Όταν τα χρήματα μεταφέρονται από τις τσέπες των φτωχών στις τσέπες των πλουσίων τότε μιλάμε για εξαπάτηση, ξεδιάντροπη και ποταπή εξαπάτηση. Η κυβέρνηση προεδρεύει αυτής της δυστυχίας και για χάρη της ειρήνης και της τάξης κανείς δεν μπαίνει σε μία τέτοια συζήτηση. Αφήνουμε στους υπόλοιπους να κρίνουν αν έτσι αντιπροσωπεύονται τα συμφέροντα της Γερμανίας ή των καπιταλιστών βασανιστών μας.

Για αυτό απαιτούμε μία κυβέρνηση της εθνικής εργασίας με στελέχη των οποίων στόχος είναι η δημιουργία ενός υγιούς και ισχυρού γερμανικού κρατούς. 

Αυτές τις μέρες ο οποιοσδήποτε έχει το δικαίωμα να μιλήσει στην Γερμανία - ο Εβραίος, ο Γάλλος, ο Άγγλος, η Κοινωνία των Εθνών, ακόμη και ο διάβολος, ποιός ξέρει; Όλοι εκτός από τον Γερμανό Εργάτη! Αυτός πρέπει να σωπάσει και να δουλέψει. Κάθε τέσσερα χρόνια εκλέγει ένα νέο σύνολο βασανιστών και τα πάντα μένουν ίδια. Αυτό είναι άδικο και προδοτικό. Δεν χρειάζεται να το ανεχόμαστε άλλο. Έχουμε το δικαίωμα να απαιτήσουμε να μιλήσουν οι Γερμανοί οι οποίοι χτίζουν αυτό το κράτος, εκείνοι των οποίων η μοίρα είναι συνδεδεμένη με την μοίρα της Πατρίδας τους. 

Επομένως απαιτούμε την καταστροφή του εκμεταλλευτικού συστήματος! Ζήτω το γερμανικό εργατικό κράτος!

Η Γερμανία για τους Γερμανούς!»