Δευτέρα 10 Απριλίου 2023

«Καπιταλισμός» του Γιόσεφ Γκέμπελς

 



To κείμενο που ακολουθεί πρωτοδημοσιεύθηκε από τον Γιόσεφ Γκέμπελς στην εφημερίδα «Der Angriff» και αποτελεί μία ακομή ευθεία επίθεση στην καπιταλιστική οικονομία και στο πολύ βασικό χαρακτηριστικό της: την υποταγή της παραγωγής στην αύξηση του κέρδους και όχι στην εξυπηρέτηση των αναγκών του λαού. Το άρθρο γράφτηκε την περίοδο που ήδη το NSDAP είχε ξεκίνησει τις υποχωρήσεις στα σοσιαλιστικά και εθνικοεπαναστατικά αιτήματα και συνεπώς δεν διακατέχεται από τον ίδιο ριζοσπαστισμό και την ίδια επαναστατική βούληση που χαρακτηρίζει τα πρώιμα γραπτά του Γκέμπελς. Στο άρθρο δεν αναφέρονται πλέον έννοιες όπως η ταξική πάλη, η εθνικοποίηση μεγάλων τμημάτων της βαριάς βιομηχανίας, η παραχώρηση δικαιώματων στους εργάτες αλλά απλώς η ρύθμιση των σχέσεων κεφαλαίου - εργασίας από ενά κράτος επόπτη. 



ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ

Πρωτοδημοσιεύθηκε στις 15 Ιουλίου 1929



«Καπιταλισμός δεν είναι ένα πράγμα αλλά η σχέση με ένα πράγμα. Αιτίες της κοινωνικής μας δυστυχίας δεν αποτελούν τα ορυχεία, τα εργοστάσια, η ιδιοκτησία σπιτιών και γης, οι σιδηροδρομικές υποδομές, το χρήμα και τα πακέτα μετοχών αλλά η κατάχρηση αυτών των λαϊκών αγαθών. Επομένως, ο καπιταλισμός δεν είναι τίποτα άλλο παρά η κατάχρηση του εθνικού κεφαλαίου[1]  αν και αυτός ο ορισμός δεν περιορίζεται σε καμία περίπτωση αποκλειστικά σε οικονομικά ζητήματα. Έχει γενική ισχύ σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής. Καπιταλισμός είναι η ακατάλληλη χρήση της εθνικής κληρονομιάς και ο άνθρωπος που την καταχράται είναι καπιταλιστής.

Το ορυχείο υπάρχει για να παρέχει στον Λαό κάρβουνο ώστε αυτός να απολαμβάνει φώς και ζεστασιά. Τα εργοστάσια, τα σπίτια, η γη, το χρήμα και τα πακέτα μετοχών προορίζονται να υπηρετούν τον Λαό, όχι να υποδουλώνουν τον Λαό. Η κατοχή αυτών των αγαθών δεν μεταβιβάζει τόσο δικαιώματα, όσο υποχρεώσεις. Περιουσία σημαίνει ευθύνη, όχι προς το πορτοφόλι του ιδιοκτήτη, αλλά προς τον Λαό και το συλλογικό όφελος. Αρχικά τα ορυχεία προορίζονται να εξυπηρετούν την παραγωγή και η παραγωγή να εξυπηρετεί τον Λαό. Δεν επινόησε το χρήμα τους ανθρώπους αλλά οι άνθρωποι το χρήμα, για να το υποτάξουν και όχι για να τους υποτάξει αυτό. 

Εάν καταχρώμαι οικονομικά αγαθά για να βασανίζω τον Λαό μου, τότε δεν είμαι άξιος να κατέχω αυτά τα αγαθά. Αντιστρέφω την ζωή προς το αντίθετο της. Είμαι οικονομικός καπιταλιστής. Εάν καταχρώμαι πολιτιστικά αγαθά (Kulturgütern) π.χ  εκμεταλλεύομαι την θρησκεία για οικονομικούς ή πολιτικούς σκοπούς τότε είμαι ένας άθλιος διαχειριστής των περιουσιακών στοιχείων που μου εμπιστεύτηκαν: είμαι πολιτιστικός καπιταλιστής. O καπιταλισμός λαμβάνει ανυπόφορες μορφές από την στιγμή που οι ατομικοί σκοποί, τους οποίους εξυπηρετεί, έρχονται σε αντίθεση με τα συμφέροντα του Λαού στο σύνολο τους. Ο καπιταλισμός λαμβάνει ως σημείο εκκίνησης τα πράγματα και όχι τους ανθρώπους. Το χρήμα γίνεται ο άξονας γύρω από τον οποίον περιστρέφονται τα πάντα. 

Είναι το αντίθετο του σοσιαλισμού. Η σοσιαλιστική κοσμοθεωρία ξεκινά από τον Λαό (Volk) και μετά προχωρά στα πράγματα. Τα πράγματα υποτάσσονται στον Λαό. Ο Σοσιαλιστής τοποθετεί τον Λαό πάνω από όλα και τα πράγματα αποτελούν μόνο μέσο για τον σκοπό. 

Aν εφαρμόσουμε αυτές τις αρχές στην οικονομική ζωή, τότε προκύπτει η ακόλουθη εικόνα:

Στο καπιταλιστικό σύστημα ο Λαός εξυπηρετεί την παραγωγή, η οποία με την σειρά της εξαρτάται από τις δυνάμεις του χρήματος. Το φάντασμα του χρήματος θριαμβεύει πάνω στην ζωντανή οντότητα του Λαού. Σε ένα σοσιαλιστικό σύστημα το χρήμα εξυπηρετεί την παραγωγή και η παραγωγή εξυπηρετεί τον Λαό. Το χρήμα είναι υποταγμένο στην οργανική κοινότητα του Λαού. Το κράτος μπορεί να έχει μόνο ρυθμιστικό ρόλο σε όλα αυτά. Αφαιρεί τις αιώνιες συγκρούσεις μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας μαζί με τον εθνικο-καταστροφικό χαρακτήρα που αυτές φέρουν. Είναι κριτής μεταξύ των δύο και επεμβαίνει αμείλικτα όταν ο Λαός απειλείται. Σε κάθε περίπτωση υπάρχει μόνο μία ξεκάθαρη απόφαση: αν στον οικονομικό ανταγωνισμό το κράτος τοποθετείται στο πλευρό εκείνων που διάκεινται εχθρικά προς τον Λαό - ανέξαρτητα από το πόσο εθνικιστές αυτοί υποτίθεται ότι μπορεί να είναι - τότε είναι καπιταλιστικό. Αν από την άλλη υπηρετεί την Δικαιοσύνη και την κρατική αναγκαιότητα τότε είναι σοσιαλιστικό. 

Αυτό ήταν το μοιραίο λάθος του γερμανικού προλεταριάτου εκείνη την δυστυχή μέρα της 9ης Νοεμβρίου 1918: ότι κάποιος μπορούσε να χάσει έναν πόλεμο, να αφήσει τον ευατό του να εξαπατηθεί από μία επανάσταση και παρόλα αυτά να μπορεί να ανατρέψει το καπιταλιστικό κράτος και να δημιουργήσει ένα σοσιαλιστικό στην θέση του. Αυτό θα ήταν δυνατό μόνο με τα όπλα. Ποτέ στην ιστορία δεν επικράτησε μία νέα κοσμοθεωρία - και ο σοσιαλισμός είναι μία τέτοια - μέσω της συνθηκολόγησης, πάντα μόνο μέσω της αντίστασης και της επίθεσης. Το 1918 ο Γερμανός σοσιαλιστής είχε μόνο ένα καθήκον: να παραμείνει οπλισμένος και να υπερασπιστεί τον γερμανικό σοσιαλισμό. Αυτό δεν έγινε. Οι ανθρώποι μιλούσαν, υιοθετούσαν ψηφίσματα και ο Γερμανός εργάτης δεν παρατήρησε ότι η διαδικασία αυτή απλώς παρείχε γη και ύδωρ στον μεγαλύτερο εχθρό του, το διεθνές κεφάλαιο. 

Αποτέλεσμα αυτής της ανοησίας είναι το χάος του σήμερα. Μία σοσιαλδημοκρατία στα λόγια, ένας υπηρέτης του παγκοσμιού κεφαλαίου στην πράξη. Παίρνουμε θέση ενάντια σε όλο αυτό. Επείδη είμαστε σοσιαλιστές και θέλουμε το χρήμα να υπηρετεί τον Λαό, για αυτό επαναστατούμε ενάντια στην παρούσα τάξη πραγμάτων, εμπνέοντας την θέληση να τσακίσουμε ένα αφόρητο σύστημα, έτσι ώστε, από τα ερείπια της δημοκρατίκης επαρχίας του χρήματος να αναδυθεί ένα Γερμανικό Σοσιαλιστικό Κράτος».  



«Θα δοθεί στους πρώτους, πάρθηκε από τους δεύτερους» 




Σημείωση: Η έννοια «Λαός» έχει αποδωθεί ως ελληνική μετάφραση της γερμανικής λέξης «Volk» που ταυτίζεται περισσότερο με την έννοια «εθνική κοινότητα» ή «λαϊκή κοινότητα». Ουσιαστικά η λέξη «Volk» δεν εννοεί τον λαό ως ένα απλό άθροισμα ατόμων αλλά ως οργανικά συνδεδεμένο εθνικό σύνολο. 

[1]: Εθνικό Κεφάλαιο, «Volkscapital» στο πρωτότυπο γερμανικό κείμενο. Στα εθνικοσοσιαλιστικά κείμενα ονομάζεται επίσης και «εργασιακό κεφάλαιο» (working capital, tätigen capital) ή «παραγωγικό κεφάλαιο» (schaffendes kapital). Η εθνικοσοσιαλιστική οικονομική θεωρία έκανε διάκριση μεταξύ «παραγωγικού κεφαλαίου» (κεφάλαιο που δημιουργεί θέσεις εργασίας, ορισμένες μορφές βιομηχανίας και γεωργίας, κεφάλαιο δεσμευμένο στην γερμανική επικράτεια αποτελούμενο σε μεγάλο βαθμό από ακίνητα περιουσιακά στοιχεία και το οποίο παρέχει μισθούς και εργασία στον εργαζόμενο λαό) και «αρπακτικού κεφαλαίου» (κυρίως χρηματιστηριακό κεφάλαιο, χρηματοοικονομικό κεφάλαιο και δανειακό κεφάλαιο, δηλαδή κεφάλαιο με διεθνή βάση, κινητά περιουσιακά στοιχεία, που δεν παράγει τίποτα υλικό, παρά μόνο μεγάλα κέρδη για μία μικρή κλίκα μέσω της εκμεταλλευτικής χειραγώγησης του χρήματος και όχι μέσω δαπανών). Οι εθνικοσοσιαλιστές αναγνώριζαν ότι το παραγωγικό κεφάλαιο στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος έχει αναπτυχθεί με επιζήμιο τρόπο, αλλά υποστήριζαν ότι στο σύνολο του εξακολουθούσε να έχει ευνοϊκές ιδιότητες για τον Λαό και απαιτούσαν να μείνει σχετικά άθικτο, ενώ παράλληλα θα εξάλειφαν κάθε είδους εκμετάλλευση μέσω μίας σειράς ρυθμιστικών οικονομικών μέτρων: εθνικοποίηση χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, προστασία της εργασίας, αναδιανομή της γής, μικτή ιδιοκτησία στην βιομηχανία, ελέγχοι τιμών και μισθών, κλπ. 




Διαβάστε επίσης: 

Σάββατο 8 Απριλίου 2023

 



«Το δικό μας σκεπτικό διαφέρει από το σκεπτικό των καπιταλιστών. Στον καπιταλισμό, η πιο όμορφη γυναίκα, αξίζει μόνο να είναι στο εξώφυλλο και να μειώνεται η ανθρώπινη αξία της γυναίκας καθημερινά. Στον καπιταλισμό, η αξία ενός ανθρώπου, εξαρτάται από την περιούσια του. Στον καπιταλισμό η ολοκλήρωση του ανθρώπου δεν έχει καμία έννοια. Μοναδική έννοια είναι η ολοκλήρωση της περιουσίας, του πλούτου».