«Είναι ψέμα ότι ο πόλεμος διδάσκει στους ανθώπους να μισούν. Οι στρατιώτες που στέκονται στο μέτωπο με τα όπλα τους - όσο τρομερά και αν είναι αυτά τα όπλα - δεν μισούν ο ένας τον άλλον. Κάνουν το καθήκον τους όπως τους διέταξαν οι ηγέτες των εθνών τους. Το μίσος που δηλητηρίασε την ανθρωπότητα επινοώντας ιστορίες μίσους για τον Γερμανό στρατιώτη, δεν διαδόθηκε από εκείνους που στάθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο μαζί του στα χαρακώματα. Αυτές οι δηλητηριώδεις συκοφαντίες δεν προέκυψαν από τη πρώτη γραμμή, εκεί όπου η κυριαρχία της ανάγκης, του θανάτου και του κινδύνου, δημιούργησαν έναν αόρατο δεσμό μεταξύ των μαχητών, όποια στολή και αν αυτοί φορόυσαν.
Αντιθέτως: ο Γερμανός στατιώτης είναι περήφανος που βλέπει στο πρώην εχθρό του της πρώτης γραμμής, τον πιο δίκαιο και απροκατάληπτο κριτή του.
Όταν κάποιος στέκεται καθημερινά πρόσωπο με πρόσωπο με τον θάνατο, τότε η εξωτερική εμφάνιση ξεθωριάζει σε μία ασημαντότητα και οτιδήποτε είναι άχρηστο εξαφανίζεται. Μόνο το γνήσιο, το αληθινό και το ανδρικό διατηρούν την αξία τους. Το μίσος που οι άλλοι διασκόρπιζαν στο εξωτερικό δεν βρήκε θέση στη καρδιά του στρατιώτη γιατί απλά δεν το ένιωθε, γιατί είδε ότι όσοι βρίσκονταν στην άλλη πλευρά υπέφεραν τις ίδιες τραγωδίες, εκτελούσαν το ίδιο καθήκον και αντιμετώπιζαν τον ίδιο θάνατο. Ήταν απλά καθρέφτες του ευατού του! Δεν μισεί κανείς αυτό στο οποίο αντανακλάται, διότι τότε θα πρέπει να μισεί τον εαυτό του.
Δεν υπάρχει πιο αληθινός χαρακτήρας από αυτόν της πρώτης γραμμής. Η πείνα και η δίψα, η βροχή και ο παγετός, η ταλαιπωρία και οι κίνδυνοι, οι πληγές και ο θάνατος αφαιρούν κάθε προσποιητή μάσκα και αναγκάζουν τον άνδρα να αντιμετωπίσει την κάθε πρόκληση: δείξε αυτό που είσαι! Κάτω από αυτόν τον ανελέητο προβολέα τίποτα δεν μπορεί να κρυφτεί και όλες οι σκέψεις των ανδρών στρέφονται αναπόφευκτα στο ουσιώδες.
Αλλά ο στρατιώτης του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου διαπίστωσε ότι υπήρχαν δυνάμεις οι οποίες καθόριζαν τη μοίρα του - τη ζωή και τον θάνατο του - χώρις όμως να τον συνδράμουν. Συνειδητοποίησε ότι ο στρατιώτης της άλλης πλευράς, τον οποίον ο νόμος της αυτοσυντήρησης υποχρεώνε να σκοτώνει, δεν ήταν παρά ένα εργαλείο σε χέρια δυνάμεων που κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει. Αναγνώρισε ότι όσο και να σκοτώνει τον αντίπαλο πολεμιστή, ξανά και ξανά, ο πόλεμος θα συνεχίσει να μαίνεται.
Καθώς ο στρατιώτης συλλογιζόταν και έψαχνε για τη πραγματική αιτία του πολέμου, σταδιακά του καταστήθηκε σαφές οτί αυτός που με ιδρώτα και αίμα έφερε το βάρος όλης αυτής της τραγωδίας δεν ήταν παρά ένα πιόνι.
Ο στρατιώτης αντιλήφθηκε την πικρή αλήθεια:
Ο στρατιώτης βαδίζει, πολεμά και σκοτώνεται. Αυτό είναι το καθήκον του και η μοίρα του και πάντα έτσι θα είναι. Ο πόλεμος υπακούει στους δικούς του νόμους. Το καθήκον του στρατιώτη είναι να κάνει τον πόλεμο όσο πιο σκληρό και ανελέητο γίνεται και αυτός είναι ο μόνος ανθρωπιστικός τρόπος, γιατί όσο πιο γρήγορα τελειώσει ο πόλεμος, τόσο πιο γρήγορα θα υπάρξει ειρήνη. Το αίμα το οποίο χύνεται δεν αποτελεί κηλίδα ντροπής για τον στρατιώτη.
Ο στρατιώτης δεν έχει καμία επιρροή στην αιτία του πολέμου. Η λύση δία της δύναμης των όπλων μεταξύ εθνών, ο πόλεμος, είναι η έσχατη λύση της πολιτικής και κατά συνέπεια αποτελεί επέκταση της. Την πολιτική την αναλάμβαναν πάντοτε άλλοι και όχι ο στρατιώτης που πρέπει να πλήρωσει το τίμημα με το αίμα του.
Οι πολιτικοί και οι διανοουμενίστικοι κύκλοι, που για τα συμφέροντα των οποίων αναγκαστήκαμε να σύρουμε το ξίφος, δεν στάθηκαν στο πλευρό του στρατιώτη στο πεδίο της μάχης. Κάθονταν στα σπίτια, τα κοινοβούλια και τις αναπαυτικές πολυθρόνες των υπουργείων. Τραβούσαν τα καλώδια, μετακινούσαν τις φιγούρες, υπολόγιζαν και έκαναν δουλειές. Στις καρδιές τους δεν υπήρχε παρά η ψυχρότητα για την εκτέλεση των επιχειρηματικών ή πολιτικών συμφερόντων τους η οποία ανατέθηκε στον στρατιώτη.
Εναντιόν όλων αυτών επαναστάτησε ο στρατιώτης!
Το στρατιωτικό πνεύμα είναι μία νοοτροπία που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συνδεθεί με τη χρήση των όπλων! Γιατί το στρατιωτικό πνεύμα σημαίνει να υπερασπίζεσαι τα πράγματα μέχρι τέλους.
Αν οι πολιτικοί, οι μεγαλομεσίτες, οι μεγαλοβιομήχανοι, οι ιδιοκτήτες του πετρελαίου και οι εφοπλιστές, όλων εκείνων των οποίων τα συμφέροντα κληθήκαμε να υπερασπιστούμε στα πεδία των μαχών του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, είχαν τοποθετήσει τους ευατούς τους μπροστά και ήταν αρκετά θαρραλέοι ώστε να ρισκάρουν τη ζωή τους για τους σκοπούς τους, τότε ο στρατιώτης θα το εκτιμούσε αυτό.
Αλλά το γεγονός ότι δεν το έκαναν, ότι προκάλεσαν τον κόσμο να υποφέρει τη τρομέρη αυτή δυστυχία για τεσσεράμιση χρόνια ενώ οι ίδιοι απολάμβαναν την ειρηνική τους ησυχία έκανε το αίτημα του στρατιώτη ηθικό δικαίωμα:
«Ο στρατιώτης ο οποίος θα πολεμήσει και θα πεθάνει για μία πολιτική πρέπει να έχει λόγο στην απόφαση αυτής της πολιτικής».
Αν οι πολιτικές υπαγορεύονταν από τους στρατιώτες, οι οποίοι θα γνώριζαν ότι αν η πολιτική ήταν λανθασμένη τότε οι πρώτοι οι οποίοι θα βίωναν τα αποτελέσματα της θα ήταν οι ίδιοι, η ανθρωπότητα θα γλίτωνε από τρομερές δυστυχίες και θα διοικούνταν με μεγαλύτερο αίσθημα ευθύνης.
Μπορούμε όλοι να θυμηθούμε πως η αναταραχή υπέρ του πολέμου γινόταν μεθοδικά χρόνο με το χρόνο. Το αποτέλεσμα ήταν μία δηλητηρίαση της διεθνούς κοινής γνώμης με συνέπεια - όπως παραδέχτηκε ένας εκ των κορυφαίων πολιτικών στον κόσμο - τα έθνη να σκοντάψουν στο Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν ήταν οι στρατιώτες που κινητοποιήθηκαν υπέρ του πολέμου γιατί ήξεραν πολύ καλά ότι θα έπρεπε να παίξουν τη ζωή τους κορώνα - γράμματα. Κάθε πόλεμος, ακόμη και ένας πετυχημένος πόλεμος, απαιτεί τρομακτικές θυσίες και ο άνθρωπος που πρέπει να κάνει αυτές τις θυσίες δεν θα προκαλέσει ποτέ έναν άσκοπο πόλεμο.
Ο στρατιώτης που φέρει όπλα, που σκοτώνει ή σκοτώνεται μαζί τους και που κερδίζει ή χάνει με τιμή ξέρει ότι κάθε πόλεμος πρέπει να τελειώσει κάποια μέρα και ότι μία κατάσταση εχθρότητας δεν μπορεί να διαρκέσει για πάντα.
Όσοι πολεμούν με τιμή μπορούν εξίσου να συμβιβαστούν με τιμή!»
Πηγή: Why SA?
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου